Μια από τις πιο όμορφες λέξεις της ελληνικής γλώσσας! Προέρχεται από την λέξη βοή και το ρήμα θέω, που σημαίνει τρέχω. Με λίγα λόγια τρέχω μόλις με φωνάξεις, σπεύδω στην ανάγκη σου!
Μέσα στην ετυμολογία της λέξης δεν υπάρχουν άλλα διακριτικά: μόνο η φωνή, η κραυγή της αγωνίας του πλησίον, που μπορεί και να μην είναι τόσο κοντά μας γεωγραφικά αλλά, ως συνάνθρωπος, οφείλει να είναι κοντά μας συναισθηματικά, ψυχικά, ανθρώπινα.
Κάθε έκκληση για βοήθεια είναι ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ ανθρώπων, λαών και κρατών. Κάθε καταστροφή μάς θυμίζει πόσο μικροί είμαστε μέσα στην εσωστρέφεια και πόσο σπουδαίοι μέσα στα πλαίσια της αλληλεγγύης. Κάθε σεισμός και κάθε φωτιά μάς διδάσκει το νόημα της συναδέλφωσης, αυτό που ξεχνάμε τις υπόλοιπες περιόδους, αποκλεισμένοι λόγω των συμπλεγμάτων μας, αυτών που μάς πάνε τόσο πίσω…
Δεν κατανοώ γιατί η αναλογία, η σύγκριση των καταρρακωμένων Ελλήνων με τους πρόσφυγες έχει ενοχλήσει τόσο πολύ ορισμένους συμπατριώτες μου. Γιατί προσβάλλει την αισθητική τους… Γιατί θεωρούν πως, ακόμα και ως αναξιοπαθούντες, είναι ανώτεροι… Γιατί ζήλευαν τα επιδόματα των αλλοδαπών από την ευρωπαϊκή ένωση και τώρα βρίσκονται στην ίδια θέση… Γιατί δεν καταλαβαίνουν επιτέλους πως πρέπει να είμαστε ευγνώμονες στους ξένους που μας βοηθούν όπως είναι κάποιοι άλλοι ξένοι σε μας όταν τους βοηθάμε… Γιατί δεν καταλαβαίνουν πως όλα τα πράγματα στη ζωή είναι ένα αδιάκοπο δούναι και λαβείν, και πως αν δεν δώσεις δεν παίρνεις…
Δεν είναι κακό, λοιπόν, να ζητά κανείς βοήθεια! Είναι υπέροχο να δίνει! Είναι απαράδεκτο και άσκοπο να ζητά αντάλλαγμα για την βοήθεια που πρόσφερε σε έναν κόσμο που όλα επιστρέφονται στον αποστολέα. Ας ασκηθούμε στο να «τρέχουμε» πριν φωνάξει ο άλλος «βοήθεια»… Ας σταματήσει επιτέλους αυτή η βοή…