Τα στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη SIPRI, με έδρα τη Στοκχόλμη, συγκρίνουν τις διεθνείς εξοπλιστικές συμφωνίες της πενταετίας 2017 – 2021 με την προηγούμενη αντίστοιχη περίοδο μεταξύ 2012 – 2016, αποκαλύπτοντας ότι η τάση αύξησης των εξοπλιστικών δαπανών στην Ευρώπη είχε ξεκινήσει αρκετά πριν από την πρόσφατη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία
Η Ευρώπη ξεκίνησε να αυξάνει τις εξοπλιστικές της δαπάνες, αρκετό καιρό πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, και, όπως φαίνεται, θα αποτελέσει μαζί με τις χώρες της Ασίας – Ειρηνικού, στα επόμενα χρόνια, σημαντική πηγή εσόδων για το «στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα» των ΗΠΑ και το σύνολο της παγκόσμιας βιομηχανίας όπλων.
Στη θλιβερή για τους φορολογούμενους πολίτες της γηραιάς ηπείρου προοπτική παραπέμπουν τα τελευταία στοιχεία για το παγκόσμιο εμπόριο όπλων που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη, με έδρα τη Στοκχόλμη (SIPRI). Τα στοιχεία του σουηδικού ινστιτούτου συγκρίνουν τις διεθνείς εξοπλιστικές συμφωνίες της πενταετίας 2017 – 2021 με την προηγούμενη αντίστοιχη περίοδο μεταξύ 2012 – 2016, αποκαλύπτοντας ότι η τάση αύξησης των εξοπλιστικών δαπανών στην Ευρώπη είχε ξεκινήσει αρκετά πριν από την πρόσφατη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ενώ το παγκόσμιο εμπόριο όπλων συρρικνώθηκε κατά 4,6% μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων, οι εισαγωγές των ευρωπαϊκών κρατών κατέγραψαν άνοδο 19% -τη μεγαλύτερη απ’ όλες τις περιφέρειες της υφηλίου-, οδηγώντας σε αύξηση του μεριδίου της Ευρώπης παγκοσμίως από 10% σε 13%. Η αύξηση αυτή αντικατοπτρίζει την απάντηση του ΝΑΤΟ στην προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, το 2014, και την ανατροπή της τάσης μείωσης των αμυντικών δαπανών που υπήρχε έως τότε. «Η σημαντική επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών και της Ρωσίας αποτέλεσε σημαντικό μοχλό αύξησης των ευρωπαϊκών εισαγωγών όπλων, ειδικά για τα κράτη που δεν μπορούν να καλύψουν πλήρως τις ανάγκες τους με τις δικές τους αμυντικές βιομηχανίες», υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο Πέτερ Βέτσεμαν, ένας εκ των ερευνητών του SIPRI.
Ανάλογο ρόλο διαδραμάτισαν, φυσικά, και οι διατλαντικές σχέσεις στον τομέα της ασφάλειας. Διόλου τυχαία οι ΗΠΑ ήταν μακράν ο κύριος προμηθευτής των Ευρωπαίων, ειδικά σε πολεμικά αεροσκάφη. Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Νορβηγία και η Ολλανδία ήταν οι πρώτες σε εξοπλιστικές δαπάνες χώρες της Ευρώπης, την περίοδο 2017 – 2021, παραγγέλλοντας συνολικά 71 πανάκριβα αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη F-35.
Κάθετη αύξηση
Το 2020 – 2021, ακολούθησαν νέες παραγγελίες από άλλες χώρες κοντά στη Ρωσία, όπως η Φινλανδία και η Πολωνία, ενώ άλλα ευρωπαϊκά κράτη αναμένεται να ακολουθήσουν στην επόμενη δεκαετία, καθώς το ένα μετά το άλλο αυξάνουν κάθετα τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς. Η Γερμανία, που εξήγγειλε πρόσφατα αύξηση αμυντικών δαπανών κατά 100 δισ. ευρώ, έχει ήδη παραγγείλει 5 αεροσκάφη ανθυποβρυχιακού πολέμου τύπου P-8A από τις ΗΠΑ, ενώ, σύμφωνα με χθεσινές πληροφορίες, ετοιμάζεται να αγοράσει -και αυτή- έως και 35 F-35 από τη Lockheed Martin.
«Θα αυξήσουμε σε τεράστιο βαθμό τις στρατιωτικές μας δαπάνες, χρειαζόμαστε πολλά νέα όπλα και μεγάλο μέρος τους θα προέλθει από τις εισαγωγές», διευρωπαϊκές και αμερικανικές, τόνισε από την πλευρά του ένας ακόμη ερευνητής του SIPRΙ, ο Σιμόν Βέτσεμαν, στο Γαλλικό Πρακτορείο, χθες, προσθέτοντας ότι η Ευρώπη είναι το νέο «hot spot» των εξοπλισμών στον πλανήτη. Το οξύμωρο, πάντως, είναι ότι η ίδια η Ουκρανία -που αποτελεί και το «μήλον της Εριδος» μεταξύ Ρωσίας και Δύσης- εισήγαγε, μεταξύ 2017 και 2021, είτε λόγω οικονομικής αδυναμίας είτε λόγω… επάρκειας, ελάχιστα όπλα.
Μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων του κόσμου παρέμεινε, παρά τη μικρή πτώση, η περιφέρεια Ασίας-Ωκεανίας. Μεταξύ 2017 και 2021, οι δυο τους ήταν υπεύθυνες για το 43% των εισαγωγών παγκοσμίως, ενώ 6 κράτη τους (Ινδία, Αυστραλία, Κίνα, Ν. Κορέα, Πακιστάν Ιαπωνία) ήταν μεταξύ των 10 μεγαλύτερων εισαγωγέων όπλων του πλανήτη. Κινητήριος μοχλός των εξοπλισμών αυτών ήταν η Κίνα και οι εντάσεις της με αρκετές χώρες της περιοχής, τις οποίες εξοπλίζουν και «ασφαλίζουν» -με το αζημίωτο- οι ΗΠΑ.
Η υπερδύναμη αύξησε, την τελευταία πενταετία, τις εξαγωγές της παγκοσμίως κατά 14% και το μερίδιό της στην παγκόσμια πίτα από 32% σε 39%. Οι αμερικανικές εξαγωγές όπλων ήταν υπερδιπλάσιες από εκείνες της δεύτερης Ρωσίας. Τρίτη στον κόσμο ήταν η Γαλλία, που αύξησε τις εξαγωγές της κατά 59%, μεγεθύνοντας το μερίδιό της από 6% σε 11%, ενώ την πρώτη πεντάδα συμπλήρωσαν Κίνα και Γερμανία. Αξιοσημείωτη, τέλος, η μικρή αύξηση 2,8% που σημείωσαν οι εισαγωγές όπλων από τις χώρες της Μέσης Ανατολής (η 2η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά με 2%), μετά την έκρηξη 86% στις περιόδους 2007-2011 και 2012-2016.
Πηγή: efsyn.gr