Με τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους και την επιλογή της Αθήνας ως νέας πρωτεύουσάς του, ο χώρος του Βύρωνα ήταν αδόμητος και εν πολλοίς χέρσος. Ως τοπωνύμια της περιοχής επαναλαμβάνονται σε χάρτες και συμβόλαια συχνότερα ο Κουταλάς ή Κουταλάδες, ψηλά στην ομώνυμη μονή, και ο Κοπανάς, θέση που κάλυπτε όλη την περιοχή όπου ιδρύθηκαν αργότερα ο Βύρωνας και ο Υμηττός.
Φωτο: Η θέση όπου βρίσκεται σήμερα ο Βύρωνας, αδόμητη όπως ήταν το 1875, με τους λόφους, τα ρέματα, τα ξωκκλήσια.
Η τοποθεσία στο λόφο Κοπανά (σημερινό Βύρωνα) στα σύνορα με τον σημερινό δήμο Δάφνης-Υμηττού τράβηξε το ενδιαφέρον δύο γνωστών προσωπικοτήτων της εποχής, οι οποίοι έχουν συνδέσει τη ζωή τους με την πόλη.
Τα δύο αδέλφια από τις Η.Π.Α. Ισιδώρα (Isadora) και Ραϋμόνδος Ντάνκαν (Raymond Duncan), γοητευμένα από την ελληνική ιστορία και μυθολογία, επισκέφτηκαν την Αθήνα και αποφάσισαν το 1903 να χτίσουν ένα σπίτι για να το χρησιμοποιούν ως κατοικία τους όταν βρίσκονταν στην ελληνική πρωτεύουσα. Η διάσημη χορεύτρια και ο εκκεντρικός καλλιτέχνης αδερφός της επέλεξαν έναν χαμηλό λόφο στον Κοπανά, που μάλιστα βρίσκεται σε ίδια υψομετρική στάθμη με την Ακρόπολη και έχει άπλετη θέα προς αυτήν, και εκεί ανήγειραν το λιτό αλλά εντυπωσιακό πέτρινο σπίτι τους.
Η επίβλεψη της κατασκευής ήταν έργο πρωτίστως του Ραϋμόνδου, ο οποίος έζησε στην αρχαιοπρεπή οικία περισσότερο διάστημα, μαζί με τη σύζυγό του Πηνελόπη Σικελιανού, αδερφή του σπουδαίου αρχαιολάτρη λογοτέχνη.
Η Ισιδώρα, ο Ραϋμόνδος και η Πηνελόπη συχνά τραβούσαν τα βλέμματα των λιγοστών κατοίκων της περιοχής του Κοπανά, αφού κυκλοφορούσαν με αρχαιοελληνικά ενδύματα και σανδάλια, τα οποία ύφαιναν και κατασκεύαζαν, αντίστοιχα, οι ίδιοι.
Η Ντάνκαν με τα αδέλφια της
Η οικία δεν χρησιμοποιήθηκε πολύ. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου της ταξιδιού της Ντάνκαν στην Αθήνα, το καλοκαίρι του 1920, βρήκε το σπίτι λεηλατημένο και ερειπωμένο. Απογοητεύτηκε έντονα, όταν αντίκρισε το σπίτι στον Κοπανά κατεστραμμένο και κατοικημένο από ντόπιους βοσκούς.
Το ιστορικό κτίσμα και η ιδιοκτησία του οικοπέδου, αφού πέρασε διάφορες περιπέτειες, περιήλθε στην ιδιοκτησία του Δήμου Βύρωνα και μετά από αποκατάσταση, από το 1992 λειτουργεί ως Κέντρο Μελέτης Χορού «Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν», αφιερωμένο στη μελέτη, τη στήριξη και τη διδασκαλία της τέχνης του χορού.
Σε χαμηλό λόφο, πάνω στον οποίο προϋπήρχε τουλάχιστον από το 1891 μικρό ξωκκλήσι, αφιερωμένο στην Ανάληψη του Κυρίου, ιδρύεται το 1908 η ομώνυμη ανδρική Ιερά Μονή Αναλήψεως ως μετόχι της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας του Άθω. Στη μονή, που περιλάμβανε 6 στρέμματα με αμυγδαλιές, τον αρχικό ναό, δύο κτίσματα, δεξαμενή και δύο πηγάδια, ανεγέρθηκε μεταξύ 1916-1920 νέο, εντυπωσιακό καθολικό με πέντε τρούλους και νεοκλασικά αρχιτεκτονικά στοιχεία.
Φωτο: Ιερά Μονή Αναλήψεως
Μέσα στη δεκαετία του 1950 ολοκληρώθηκαν τα κτίσματα της μονής και μετά τις αποκαταστάσεις της περιόδου 1993-1994 η μονή συνεχίζει τη λειτουργία της ως το μοναδικό άρτιο αγιορείτικο μετόχι στην πρωτεύουσα.
Από την αρχική έκταση της μονής, το μοναστήρι κατέχει σήμερα περίπου τα μισά στρέμματα ενώ τα υπόλοιπα έχουν μετατραπεί σε πάρκο και σχολικές εγκαταστάσεις. Το μοναστήρι χάρισε και το τοπωνύμιο Ανάληψη, που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα ως επιμέρους βυρωνιώτικη γειτονιά.
Το 1936 πραγματοποιήθηκε η ανασύσταση της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής, που αναφέρθηκε παραπάνω, με την ονομασία Ιερά Μονή Εισοδίων Θεοτόκου, ως μετόχι της αθηναϊκής Ιεράς Μονής Πετράκη.
Το 1937 ανιδρύθηκε το Ιερό Ησυχαστήριο Παμμεγίστων Ταξιαρχών στην περιοχή της Νέας Ελβετίας, ως μετόχι της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας του Άθω.
Στην τότε αδόμητη περιοχή ου Παγκρατίου (σήμερα Βύρωνα) ανεγέρθηκε από τον ευσεβή ιερομόναχο Αθανάσιο Ολύμπιο Οικονόμου στις αρχές του περασμένου αιώνα το ξωκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, το οποίο, ανακαινισμένο από το 2013, διατηρείται
μέχρι σήμερα ανάμεσα στις οδούς (Παν. Τσαλδάρη & Αδ. Κοραή ως παρεκκλήσι του Καθεδρικού Ιερού Ναού Αγίας Τριάδος Βύρωνος, στην οδό Αγίας Βαρβάρας.
ΒΥΡΩΝΑΣ: Ο πρώτος αστικός προσφυγικός συνοικισμός για τους κυνηγημένους της Μικράς Ασίας
Στην αραιοκατοικημένη περιοχή όπου δέσποζε ήδη το μοναστήρι της Ανάληψης και υπήρχαν μόνο στάνες και αγροικίες Αθηναίων, ανάμεσα σε ρέματα που πηγάζουν από τον Υμηττό, εκεί θα ιδρυθεί ο Βύρωνας, ο πρώτος αστικός προσφυγικός συνοικισμός για τους κυνηγημένους της Μικράς Ασίας.
Η καταγεγραμμένη ιστορία της πόλης ξεκινά με την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής. Αμέτρητοι πρόσφυγες, άνδρες και γυναίκες διαφόρων ηλικιών βρίσκονταν από τον Σεπτέμβριο του 1922 στην Αθήνα και στον Πειραιά, στοιβαγμένοι πρόχειρα σε κρατικά κτήρια, σχολεία, θέατρα, εγκαταλελειμμένα κτήρια, πρόχειρες σκηνές και παραπήγματα. Για την αντιμετώπιση του επιτακτικού προβλήματος στέγασης το κράτος προχώρησε στην απαλλοτρίωση μίας έκτασης πίσω από το Παναθηναϊκό Στάδιο, δίπλα στο Παγκράτι, και ξεκίνησε την ανέγερση προσφυγικού συνοικισμού.
Τα πρώτα παραπήγματα προσφύγων στο Βύρωνα. Υπηρεσιακοί παράγοντες επιτηρούν την περιοχή. Αρχείο ΕΡΤ
Το πρώτο τμήμα του συνοικισμού Παγκρατίου – σημερινού Βύρωνα
Η δημιουργία του ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1922, λίγο μετά την άφιξη των προσφύγων, αφού δεσμεύτηκαν περίπου 100 στρέμματα σε μία περιοχή του Παγκρατίου.
Το πρώτο τμήμα του συνοικισμού κατασκευάστηκε την περίοδο 1922-1923 από το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων (Τ.Π.Π.), που είχε πρόεδρο τον Επαμεινώνδα Χαρίλαο, και η αρχική ονομασία του ήταν Συνοικισμός Παγκρατίου, λόγω της γειτνίασης με την ομώνυμη αθηναϊκή γειτονιά.
Η πρώτη αυτή φάση κατασκευής ξεκίνησε ουσιαστικά στις 15 Δεκεμβρίου 1922 και ολοκληρώθηκε επίσημα στις 29 Απριλίου 1923, με τα εγκαίνια του συνοικισμού και την επίσημη παράδοση τεσσάρων μεγάλων οικοδομικών τετραγώνων και 305 δωματίων. Παρόντες στην εορτή των εγκαινίων ήταν ο Βασιλιάς Γεώργιος, ο Νικόλαος Πλαστήρας, το Υπουργικό Συμβούλιο και η Ιερά Σύνοδος.
Το υπόλοιπο τμήμα κατασκευάστηκε από την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π.) μεταξύ 1924-1926, με τις εργασίες όμως να συνεχίζονται σταδιακά μέχρι και το 1930. Ο ίδιος φορέας, με πρόεδρο τον Αμερικανό Ερρίκο Μοργκεντάου (Henry Morgenthau) ανέλαβε την ανέγερση και άλλων αστικών προσφυγικών συνοικισμών της Αθήνας (Καισαριανή, Νίκαια, Νέα Ιωνία, Υμηττός κ.ά.) αλλά και πολλών αγροτικών οικισμών σε όλη την επικράτεια.
Φωτο/Αρχειο ΕΡΤ
Το όνομα Βύρωνας δόθηκε σε μία συγκινησιακά φορτισμένη τελετή ονοματοθεσίας στις 16 Απριλίου 1924, με την Αμερικανός δικηγόρος και διπλωμάτης γερμανικής καταγωγής, πρέσβης των Η.Π.Α. στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και βασικός διπλωμάτης της Αντάντ στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συνδέθηκε με το προσφυγικό ζήτημα ως Πρόεδρος της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων, την οποία ίδρυσε η Κοινωνία των Εθνών το 1923, για να μεριμνήσει για τη στέγαση, αποκατάσταση και γενική προστασία των προσφύγων που κατέφυγαν στη χώρα μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Η πόλη μας φέρει το όνομα του Λόρδου Μπάιρον – Βύρωνα. Άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, στις 19 Απριλίου του 1824.
Το πολεοδομικό σχέδιο του συνοικισμού συνέταξε ο πολιτικός μηχανικός Γεώργιος Σούλης. Σε αυτό, ο νέος οικισμός και τα πρώτα οικοδομικά τετράγωνα που ρυμοτομήθηκαν ακολούθησαν τη γεωμορφολογία της περιοχής, με τον λόφο της Ανάληψης στα βόρεια, τον λόφο της Αγίας Τριάδας στο κέντρο, και τους χειμάρρους που χύνονταν στον Ελάσσωνα να τον περιβάλλουν.
Οι οικίες ήταν μονώροφες ή και διώροφες, κυρίως στις γωνίες των οικοδομικών τετραγώνων, χτισμένες με τσιμεντόλιθους, πλίνθους και λίγες πέτρες, για λόγους οικονομίας.
Φωτο: αρχείου Πάλαι ποτέ στο Βύρωνα
Στον πρώτο όροφο οδηγούσαν εξωτερικές σκάλες, πολλά σπίτια διέθεταν μπαλκόνι ενώ όλα είχαν κεραμοσκεπή. Ανάμεσα στα σπίτια κάθε οικοδομικού τετραγώνου αφέθηκαν μικρές δίοδοι ενώ στον ακάλυπτο χώρο, στο κέντρο κάθε τετραγώνου, κατασκευάστηκαν κοινόχρηστα πλυσταριά. Δόθηκε μέριμνα στην ύδρευση και στην αποχέτευση του συνοικισμού, ενώ ανεγέρθηκαν κτήρια κοινής ωφέλειας: κρατικό ιατρείο και Διοικητήριο για να στεγαστούν υπηρεσίες, βρεφονηπιακός σταθμός και δημοτικό σχολείο, κεντρικό κτήριο αγοράς και λουτρά. Οι οδοί και οι πλατείες πήραν ονομασίες από τις χαμένες πατρίδες των προσφύγων.
Η στέγαση στα κτιριακά συγκροτήματα που έχτιζε η ΕΑΠ προϋπέθετε την αγορά ή την ενοικίαση της οικίας προκειμένου να συγκεντρωθούν τα απαιτούμενα ποσά για την αποπληρωμή του διεθνούς δανείου που έλαβε η Ελλάδα για την αποκατάσταση των προσφύγων και για το οποίο είχε εγγυηθεί η Κοινωνία των Εθνών.
Συγχρόνως, τα οικήματα δεν επαρκούσαν για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών όλων των προσφύγων. Καθώς ο αριθμός των οικημάτων υπολειπόταν της ζήτησης και πολλοί πρόσφυγες στερούνταν πόρων για την ενοικίαση ή την αγορά τους σημειώνονταν αντιδράσεις και καταλήψεις από ομάδες προσφύγων.
Οι παράνομες καταλήψεις οικημάτων από πρόσφυγες δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο. Η εντολή των δυνάμεων της τάξης ήταν να εκκενωθούν τα οικήματα. Για αυτό και η επεισοδιακή έξωση προσφύγων από τις αρχές από τα κενά καταλύματα στα οποία είχαν εγκατασταθεί, χωρίς σχετική άδεια ήταν συχνό φαινόμενο. Η παρουσία και επέμβαση της στρατιωτικής δύναμης προκαλούσε κλιμάκωση της αντίδρασης, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει χρήση βίας, τραυματισμοί και συλλήψεις.
Η προσφυγική αντίδραση πήρε μαζικά χαρακτηριστικά. Στα μέσα του 1927 οι οργανώσεις που αντιπροσώπευαν το σύνολο των προσφύγων που διέμεναν στους συνοικισμούς της Ε.Α.Π., Αθήνας και Πειραιά, κατέληξαν σε κοινή απόφαση για τη μη αναγνώριση της νέας τιμολόγησης των οικημάτων και την άρνηση εξαγοράς τους σε οποιαδήποτε άλλη τιμή πλην του κόστους αυτών. Πρότειναν την επανεκτίμηση της αξίας από επιτροπή που θα μετείχε ένας αντιπρόσωπος της Ε.Α.Π., ένας του κράτους και ένας πρόσφυγας. Εξέδωσαν δε προκήρυξη προς τον προσφυγικό κόσμο με την οποία τον καλούσαν να πάψει κάθε διακανονισμό με την Επιτροπή μέχρις ότου ρυθμιζόταν το ζήτημα.
Μετά την δεκαετία του 1960 και ιδιαίτερα μετά την μεταπολίτευση, άρχισε η ανακοιδόμηση της πόλης. Η πόλη αλλάζει διαρκώς, αναπτύσσεται, οι προσφυγικές κατοικίες κατεδαφίζονται, δίνουν την θέση τους σε 6οροφες και 8οροφες πολυκατοικίες. Στο όνομα των στεγαστικών αναγκών, κυριάρχησε η πολιτική της αντιπαροχής, των εργολάβων και του κέρδους.
Οι δημοτικές αρχές δεν μερίμνησαν ώστε να διατηρηθούν βασικά ιστορικά στοιχεία της πόλης, να υπάρξει ένα σχέδιο για ελευθέρους κοινόχρηστους χώρους, ώστε να στεγαστούν οι μελλοντικές ανάγκες των κατοίκων. Να δημιουργεί μια σύγχρονη πόλη για να ζεις, να εργάζεσαι, να κυκλοφορείς, σε ανθρώπινο περιβάλλον.
Ελάχιστες από τις πρώτες προσφυγικές κατοικίες διατηρούνται μέχρι σήμερα στην πόλη, μέχρι να κατεδαφιστούν και αυτές για να αναγερθούν στη θέση τους απρόσωπες πολυκατοικίες. Ακόμη και τα ιστορικά στενά- δρομάκια, ανάμεσα στις πολυκατοικίες έχουν εγκαταλειφθεί από τις δημοτικές αρχές και είτε έχουν μετατραπεί σε εστίες μολύνσεις, είτε καταπατούνται από διάφορους επιτήδειους συμπολίτες μας. Ενώ με πολύ μικρό κόστος θα μπορούσαν να συντηρούνται, να καθαρίζονται, να φωτίζονται από το δήμο και να είναι προσβάσιμα στους πολίτες.
Από τον προσφυγικό συνοικισμό διατηρούνται το παλαιό Δημαρχείο, το οποίο
κατασκευάστηκε το 1924 ως σταθμός του Ερυθρού Σταυρού, στέγασε για χρόνια το δημαρχείο της πόλης ενώ σήμερα αποκαθίσταται ως Μουσείο Ιστορίας Δήμου Βύρωνα (διασταύρωση οδού Κύπρου και οδού Ευαγγελικής Σχολής), το μισό σχεδόν τμήμα της παλαιάς αγοράς (λεωφόρος Χρυσοστόμου Σμύρνης και πλατεία Ελ. Βενιζέλου- Αγ. Λαζάρου)
Η αγορά χθές
και σήμερα
Τα πρώτα διδακτήρια δημοτικής εκπαίδευσης, δηλαδή το 1ο Δημοτικό Σχολείο, και αυτό κτίσμα του 1924 (οδός Ερυθραίας).
Το 4ο Δημοτικό Σχολείο (οδός Κολοκοτρώνη 40) παραμένει 6 και πλέον χρόνια κλειστό, είναι προς κατεδάφιση και αναμένεται(πότε;) ανέγερση νέου διδασκαλείου.
Διατηρούνται ακόμη το Πολυϊατρείο, σήμερα Κέντρο Υγείας Βύρωνα, κτήριο που αποπερατώθηκε μόλις το 1939 (οδός Κορυτσάς 3).
Ο πρώτος βρεφονηπιακός σταθμός, δωρεά του ζεύγους Μοργκεντάου, στην οδό Β. Ηπείρου.
Φωτο: αρχείου Πάλαι ποτέ στο Βύρωνα
Ενώ καταστράφηκαν τα δημοτικά λουτρά, το Διοικητήριο, (στην οδό Ευαγγελικής σχολής- πλ. Αγ. Λαζάρου, έχει γίνει καφετέρια.
Ιδιαίτερο τοπόσημο για τον Βύρωνα αποτελεί το διώροφο κτήριο του Ταπητουργείου (οδός Βαϊνδηρίου 32), που ιδρύθηκε το 1923 μαζί με τον συνοικισμό ως εργαστήριο χειροτεχνημάτων, κεντητικής και ταπητουργίας, και στο οποίο απασχολήθηκαν προσφυγοπούλες και φτωχοί εργάτες. Το επιβλητικό κτίσμα θυμίζει ακόμα στους Βυρωνιώτες τους πρώτους πρόσφυγες της πόλης και την ταπητουργική παράδοση της Μικράς Ασίας, που μεταλαμπαδεύτηκε στη νέα πατρίδα
Η εικόνα του Ταπητουργείου σήμερα
Την δεκαετία του 1980 ο πάνω όροφος ήταν κλειστός. Στο ισόγειο λειτουργούσε επιχείρηση- Ταπητουργείο. Με πρωτοβουλία νέων της εποχής, έγινε κατάληψη στο κτήριο, διαμορφώθηκε και λειτούργησε στέκι νεολαίας ο πάνω όροφος και στη συνέχεια πέρασε στο δήμο. Η δημοτική αρχή με δήμαρχο τον κ. Νίκο Ρογκάκο επιδίωξε ο χώρος να μετατραπεί σε επιχείρηση- παιδότοπο. Σταμάτησε το στέκι νεολαίας και η επιχείρηση απέτυχε και έκλεισε. Σήμερα ένα τμήμα του ισογείου στεγάζεται κατάστημα και ο πάνω όροφος που είναι σε χάλια κατάσταση, χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του θεατρικού και χορευτικού τμήματος του δήμου.
Σήμερα ουσιαστικά το ιστορικό αυτό κτήριο, το χαρακτηρίζει η εγκατάλειψη, (είναι εμφανής η εικόνα) δεν υπάρχει καμία φροντίδα από τις δημοτικές αρχές και τη σημερινή, ενώ αποτελεί ένα στολίδι για την πόλη μας. Ενώ υπάρχουν μελέτες συμπολιτών -επιστημόνων που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την ανάδειξη και διατήρηση του κτηρίου.
Στην κεντρική πλατεία της πόλης (πλατεία Ελ. Βενιζέλου) σώζεται και ο πρώτος, μικρός Ιερός Ναός Αγίου Λαζάρου, που εξυπηρέτησε και συνεχίζει μέχρι και σήμερα να εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες των κατοίκων.
Φωτο: Ιερός ναός Αγίου Λαζάρου
Μορφές εργατών (χτίστης, σιδεράς και μαραγκός) στην πλ. Δημήτρη Βαρουτίδη ήρωα της Εθνικής Αντίστασης ( Κορδελίου, Αναλήψεως, Τιμοθέου, Σειρήνων).
Ιστορική στιγμή για το Βύρωνα της προσφυγιάς, της αντίστασης και των κοινωνικών αγώνων, αποτελεί το μπλόκο του Βύρωνα στις 7 Αυγούστου 1944.
12 Παλληκάρια εκτελεσθήκαν από τους Γερμανούς ΝΑΖΙ κατακτητές, ( ένας επέζησε, ο Μπάμπης Γεωργιάδης).
Ενώ εκατοντάδες συνελήφθησαν, οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου και από εκεί στα κάτεργα της Γερμανίας για καταναγκαστική εργασία. Αρκετοί πεθαίναν κάτω από αντίξοες συνθήκες στην Γερμανία, ενώ όσοι επέζησαν, επέστρεψαν στις οικογένειες τους, στο Βύρωνα.
100 Χρόνια Βύρωνας. Η πόλη μας
ΠΗΓΕΣ:
. Αρκετά στοιχεία είναι από το βιβλίο «ΒΥΡΩΝΑΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΘΗΝΑΪΚΟΎ ΠΡΟΑΣΤΙΟΥ» του Λουκά Γ. Ζώνα. Το βιβλίο διανεμήθηκε σε όλες τις σχολικές μονάδες της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου μας για τον εορτασμό των 100 ετών από την ονοματοδοσία της πόλης.
. Διπλωματική εργασια Ντελέζος Γ. Σπυρίδων «Η στεγαστική αποκατάσταση των προσφύγων του ’22 στις πόλεις. Η περίπτωση του συνοικισμού Βύρωνος».
Πηγή: Ρωγμή στην ενημέρωση