Η ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για το 2024 καταγράφει μια σειρά από σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου και της ελευθερίας της έκφρασης στην Ελλάδα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτέλεσε η αγωγή του πρώην διευθυντή του γραφείου του πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, κατά μέσων ενημέρωσης και δημοσιογράφων που ερευνούσαν το σκάνδαλο των υποκλοπών. Αν και το δικαστήριο απέρριψε την αγωγή κρίνοντας ότι οι δημοσιεύσεις έγιναν προς το δημόσιο συμφέρον, η υπόθεση ανέδειξε το φαινόμενο των στρατηγικών αγωγών εναντίον της δημόσιας συμμετοχής (SLAPPs), που περιορίζουν το δημοσιογραφικό έργο μέσω δικαστικής πίεσης.
Αν και η κυβέρνηση δεν εφαρμόζει επίσημη λογοκρισία, θεσπίζει μηχανισμούς καταγραφής και ελέγχου των μέσων ενημέρωσης. Οι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί υποχρεούνται να είναι εγγεγραμμένοι στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, ενώ οι ιστοσελίδες και τα τοπικά μέσα πρέπει να εμφανίζουν πιστοποίηση στην αρχική τους σελίδα. Τέτοιοι μηχανισμοί, παρότι παρουσιάζονται ως μέτρα διαφάνειας, συχνά εκλαμβάνονται ως εργαλεία εποπτείας και εν δυνάμει περιορισμού της πολυφωνίας.
Η Έκθεση καταγράφει επίσης τον περιορισμένο αντίκτυπο που είχε η υιοθέτηση, τον Μάρτιο, του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για την Ελευθερία των Μέσων. Παρότι το μέτρο αποσκοπεί στην ενίσχυση της πολυφωνίας και της συντακτικής ανεξαρτησίας, οργανώσεις σημειώνουν ότι στην πράξη η εφαρμογή του παραμένει αδύναμη, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον όπου τα περισσότερα μεγάλα μέσα εξαρτώνται οικονομικά από κρατική διαφήμιση ή διατηρούν στενούς δεσμούς με επιχειρηματικά και πολιτικά κέντρα.
Η Έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισημαίνει πως τα παραπάνω δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά αλλά δομικές αδυναμίες που συνεχίζουν να χαρακτηρίζουν το ελληνικό μιντιακό τοπίο. Σε μια περίοδο όπου η ανεξαρτησία του Τύπου θεωρείται θεμελιώδης προϋπόθεση για την ποιότητα της δημοκρατίας, οι διαπιστώσεις αυτές υπογραμμίζουν την ανάγκη ουσιαστικών παρεμβάσεων για την προστασία της ελεύθερης έκφρασης και της ενημέρωσης των πολιτών.
Πηγή: dnews.gr