Σαν σήμερα, στις 30 Μάρτη 1952, ο λαϊκός ήρωας, ο κομμουνιστής Νίκος Μπελογιάννης, πέφτει από τα δολοφονικά πυρά του εκτελεστικού αποσπάσματος στο Γουδί.
Δημοσιεύτηκε στο politestouvirona.blogspot.com
Ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης κατά των Γερμανών και στέλεχος του ΔΣΕ.
Στην ιστορία αυτού του τόπου υπήρξαν πολλά παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας, από ανθρώπους που αφιέρωσαν όλη τους τη ζωή, αλλά και πέθαναν για κάποια πανανθρώπινα ιδανικά όπως η λευτεριά, η ειρήνη, η ανεξαρτησία και η δημοκρατία.
Ανάμεσα στα ονόματα των χιλιάδων αγωνιστών που έρχονται στο νου μας, ξεχωρίζει η αθάνατη μορφή του Νίκου Μπελογιάννη. Είναι ο φλογερός επαναστάτης που δε λύγισε ούτε μια στιγμή στη σύντομη, αλλά τόσο πλούσια σε αγώνες ζωή του. Είναι ένας από τους ανθρώπους που δε λύγισαν μπροστά σε φυλακές, εξορίες και βασανιστήρια.
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στην Αμαλιάδα στις 22 Δεκεμβρίου 1915. Από τα εφηβικά του χρόνια οι προοδευτικές ιδέες και τα σοσιαλιστικά ιδανικά σημάδεψαν τον τρόπο σκέψης του. Με δικιά του πρωτοβουλία έγιναν στο γυμνάσιό του δύο μαθητικές απεργίες. Μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο το 1932 ξεκινάει τις σπουδές του στη Νομική της Αθήνας αλλά θα αναγκαστεί να τις εγκαταλείψει λίγο αργότερα όταν θα διωχθεί για την πολιτική του δράση.
Το 1932 γίνεται μέλος της ΟΚΝΕ (Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαίων Ελλάδας) και το 1934 μέλος του ΚΚΕ.
Το 1935 εκλέγεται γραμματέας της κομματικής οργάνωσης Αμαλιάδας. Με τη δικιά του καταλυτική συμμετοχή ξεσπούν στην πόλη διαμαρτυρίες των σταφιδοπαραγωγών και απεργίες. Στη συνέχεια ως φαντάρος στην Πάτρα διετέλεσε Γραμματέας της ΚΟ στο στρατό.
Το Δεκέμβρη του 1936, στη στρατιωτική του θητεία, συλλαμβάνεται και πάλι για την πολιτική του δράση μέσα στο στρατό. Στη σύλληψη αυτή υφίσταται ξυλοδαρμούς και απάνθρωπα βασανιστήρια, που όμως δεν τον λύγισαν και δεν κατάφεραν να του αποσπάσουν ομολογία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, η κομματική οργάνωση των στρατευμένων της Πάτρας να μη διαλυθεί και να συνεχίσει τη δράση της. Ο Μπελογιάννης καταδικάζεται σε τρεις μήνες φυλάκιση και έξι μήνες εξορία.
Τον Ιούνη του 1937 ξαναγυρνά στην Πάτρα και αναλαμβάνει την αρχηγία της περιφερειακής διοίκησης του κόμματος.
Το Μάη του 1938, συλλαμβάνεται ξανά και καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλάκιση και 2 χρόνια εξορία. Μεταφέρεται στις φυλακές της Αίγινας, όπου υφίσταται φριχτά βασανιστήρια. Πολλοί αναγκάζονται να υπογράψουν δηλώσεις μετάνοιας. Οι πολιτικοί κρατούμενοι της Αίγινας έλεγαν πως ο Μπελογιάννης ήταν ο άνθρωπος που τους βοηθούσε να ξεπεράσουν τις δυσκολίες, τους έδινε κουράγιο και ενέπνεε εμπιστοσύνη.
Στη συνέχεια μεταφέρεται στις φυλακές Ακροναυπλίου. Η ιταλική επίθεση και η φασιστική εισβολή των Γερμανών τον βρίσκει εκεί. Μαζί με τους υπόλοιπους πολιτικούς κρατούμενους της φυλακής ζητά να ελευθερωθούν για να υπερασπιστούν την πατρίδα. Το ίδιο κάνουν κι άλλοι πολιτικοί κρατούμενοι. Η κυβέρνηση όμως αρνείται.
Μετά τη συνθηκολόγηση και την παράδοση της χώρας στους Γερμανούς, τον Απρίλη του 1941, περίπου 2000 κομμουνιστές κρατούμενοι από τη δικτατορία παραδίδονται στους κατακτητές.
Το φθινόπωρο του 1941 ο Μπελογιάννης μαζί με άλλους πολιτικούς κρατούμενους μεταφέρεται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Αιτωλοακαρνανίας που βρίσκονται υπό την επιτήρηση των ιταλών φασιστών. Νέες δοκιμασίες και βασανιστήρια περίμεναν το μεγάλο αγωνιστή. Ούτε μια στιγμή όμως δε χάνει το θάρρος του.
Την άνοιξη του 1943 αρρωσταίνει, μεταφέρεται για νοσηλεία, στην Αθήνα και το Σεπτέμβρη του 1943 όντας άρρωστος και κρατούμενος στο «Σωτηρία» αρχίζει να οργανώνει την απόδρασή του, δραπετεύει και εντάσσεται στις γραμμές του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου ως καπετάνιος.
Η δράση του και στο στρατιωτικό πεδίο είναι καταπληκτική. Η καταστροφή της γερμανικής βάσης στα Βουρλά, η κατάληψη της Καλαμάτας, της Σπάρτης και της Τρίπολης, το φθινόπωρο του 1944, οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην οργανωτικότητα του Βελουχιώτη και του Μπελογιάννη.
Μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς γίνεται υπεύθυνος του τμήματος διαφώτισης του ΚΚΕ στην Πελοπόννησο.
Τον Δεκέμβρη του 1946 εντάχθηκε στον Δημοκρατικό Στρατό (Πελοποννήσου), το 1947 στο Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ στον τομέα Διαφώτισης και κατόπιν υποδιοικητής της Σχολής Αξιωματικών του ΔΣΕ. Στη συνέχεια έγινε Πολιτικός Επίτροπος της 102 Ταξιαρχίας και κατόπιν της 10ης και 1ης Μεραρχίας του ΔΣΕ.
Τον Αύγουστο του 1948, στις μάχες του Γράμμου, ο Μπελογιάννης τραυματίζεται αλλά παραμένει στη θέση του ενθαρρύνοντας τους συντρόφους του.
Τον Αύγουστο του 1949 ο ΔΣΕ αναγκάζεται να σταματήσει τον ένοπλο αγώνα.
Μια τελευταία αποστολή ιδιαίτερα επικίνδυνη ανατίθεται τότε το Μπελογιάννη.
Τον Οκτώβρη του 1949 πραγματοποιεί «απομακρυσμένη» επίθεση στη Θεσσαλία, με μερικά αποσπάσματα του ΔΣΕ, σαν αντιπερισπασμό, ώστε οι υπόλοιποι αντάρτες που είχαν εγκλωβιστεί στη Μακεδονία να διαφύγουν για τις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Η επιχείρηση στέφεται με επιτυχία και διασώζονται πολύ αγωνιστές. Ο Μπελογιάννης θα φύγει με το τελευταίο απόσπασμα αφού σιγουρευτεί πως όλοι οι άλλοι είναι ασφαλείς. Έτσι, μετά τη λήξη του αντάρτικου, ο Μπελογιάννης όπως και χιλιάδες άλλοι αγωνιστές βρίσκονται στις λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες.
Σύντομα εκλέχτηκε αναπληρωματικό και λίγο καιρό αργότερα τακτικό μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ.
Τον Ιούνη του 1950 ο Μπελογιάννης επιστρέφει στην Ελλάδα, με εντολή από το κόμμα να αναλάβει (σε συνεργασία με το Νίκο Πλουμπίδη) την ανασυγκρότηση και την οργάνωση του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ στην Αθήνα. Όμως τον ίδιο χρόνο, στις 20 Δεκέμβρη, συλλαμβάνεται. Μαζί του συλλαμβάνεται η Έλλη Ιωαννίδου και πολλοί άλλοι σύντροφοί του.
Η σύλληψή τους ανακοινώνεται επίσημα από την Ασφάλεια μισό μήνα αργότερα στις 5 Γενάρη του 1951. Επί 9 μήνες οι δήμιοι της ελληνικής αστυνομίας βασανίζουν, το Μπελογιάννη και τους άλλους κομμουνιστές με στόχο να τους αποσπάσουν ομολογίες ώστε να παρουσιάσουν το ΚΚΕ σαν ένα «συνωμοτικό μηχανισμό, εχθρικό προς το έθνος». Το θάρρος και η σταθερότητα του Μπελογιάννη και των συντρόφων του θα καταπλήξουν τους οργανωτές αυτής της σκηνοθεσίας.
Στις 19 Οκτώβρη του 1951 αρχίζει η δίκη του Μπελογιάννη στο στρατοδικείο της Αθήνας. Η κατηγορία βασίζεται στον Αναγκαστικό Νόμο 509/1947. Με το νόμο αυτό που ψηφίστηκε στα τέλη του 1947 το ΚΚΕ θεωρήθηκε παράνομο, προδοτικό και ξενοκίνητο κόμμα που δρούσε ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας.
Ο συνολικός αριθμός των κατηγορουμένων είναι 93. Ανάμεσά τους η Έλλη Ιωαννίδου, ο δημοσιογράφος Στάθης Δρομάζος, ο Στέργιος Γραμμένος, κ.α.. Πρόεδρος των στρατοδικών είναι ο αντισυνταγματάρχης Ανδρέας Σταυρόπουλος γνωστό κάθαρμα και στιγματισμένος φασίστας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Σταυρόπουλος είχε αποστρατευθεί από τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου και δεν μπορούσε να συμμετέχει σε δικαστήριο, πόσο μάλλον να τεθεί επικεφαλής. Η κυβέρνηση Πλαστήρα όμως τον επανέφερε στην ενεργό δράση με διάταγμα που μάλιστα είχε και ημερομηνία 29 Οκτώβρη του 1951 αρκετές μέρες δηλαδή μετά την έναρξη της δίκης.
Μαζί με το Σταυρόπουλο ήταν και ο στρατοδίκης Κομιανός και ο γνωστός από τα επόμενα χρόνια, ταγματάρχης τότε, Γεώργιος Παπαδόπουλος. Ο Παπαδόπουλος ήταν μέλος του ΙΔΕΑ. Ο ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών) ήταν μια φασιστική οργάνωση του στρατού με άμεσες διασυνδέσεις με τους Αμερικανούς. Ουσιαστικά δημιουργήθηκε από τη CIA με τις ευλογίες του διαβόητου ελληνοαμερικάνου πράκτορα του πενταγώνου Τομ Καραμπεσίνη και του προκλητικότατου αμερικανού πρεσβευτή Πιουριφόι. Ένας από τους στόχους των αμερικανών την εποχή εκείνη είναι να αναδείξουν στην πρωθυπουργία το γνήσιο συντηρητικό εκπρόσωπό τους, το στρατηγό Παπάγο.
Η παρουσία του Παπαδόπουλου στη δίκη έχει να κάνει με το ότι υπήρχε ο κίνδυνος αναβολής, λόγω πιέσεων που δεχόταν η κυβέρνηση. Επίσης ο Παπαδόπουλος θα επεδίωκε να επιτευχθεί η θανατική ποινή σε όσο το δυνατό περισσότερους κατηγορούμενους. Την περίοδο της κράτησης του Μπελογιάννη υπήρξε διεθνής καμπάνια για την κατάργηση των στρατοδικείων στην Ελλάδα.
Μετά τη νίκη του συνασπισμού Πλαστήρα – Βενιζέλου στις εκλογές του Σεπτέμβρη του 1951 παρ’ όλες τις μεθοδεύσεις για ανάδειξη του Παπάγου, οι Αμερικάνοι και ο ΙΔΕΑ εντείνουν τις πιέσεις με στόχο την έναρξη της δίκης πριν τη συγκρότηση της κυβέρνησης. Κι αυτό γιατί ο Πλαστήρας είχε υποσχεθεί την κατάργηση των έκτακτων στρατοδικείων.
Τελικά οι αμερικάνοι τα καταφέρνουν αφού η δίκη ξεκίνησε 8 μέρες πριν την ορκωμοσία της νέας κυβέρνηση.
Ο Μπελογιάννης στην απολογία του ξεσκέπασε όλες τις σκευωρίες και απάντησε στις συκοφαντίες. Μίλησε για τον πατριωτικό χαρακτήρα του ΚΚΕ σε αντίθεση με το ξενόδουλο καθεστώτος. Μίλησε για τις θυσίες των αγωνιστών του στα βουνά της Ελλάδας τις μέρες της κατοχής.
Στην απολογία του τόνισε ανάμεσα σε άλλα: «Είμαι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ακριβώς για την ιδιότητά μου αυτή δικάζομαι, γιατί το κόμμα μου παλεύει και χαράζει το δρόμο της Ειρήνης, της Ανεξαρτησίας και της Ελευθερίας. Στο πρόσωπό μου δικάζεται η πολιτική του ΚΚΕ».
Εντυπωσιακό είναι το σημείο της απολογίας, όπου ο Μπελογιάννης καταρρίπτει τις κατηγορίες σχετικά με το ότι το ΚΚΕ είναι ξενοκίνητο:
«Θα έλεγα ότι “δε μιλάνε για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου”, γιατί ο κόσμος το ‘χει τούμπανο τι ρόλο παίζουν οι Αμερικανοί στην Ελλάδα. Και εδώ μέσα αποδείχτηκε ο ρόλος τους, ακόμη και στις ανακρίσεις της Ασφάλειας. Οι κομμουνιστές δεν είναι όργανα των ξένων. Ο κομμουνισμός είναι πανανθρώπινο ιδανικό και παγκόσμιο κίνημα. Ξεκίνησε μια φούχτα τον καιρό του Μαρξ, έφτασε σήμερα τα 800 εκατομμύρια και αύριο θα απλωθεί σε όλον τον κόσμο. Μπορεί ποτέ όργανα των ξένων να δημιουργήσουν ένα τέτοιο μεγαλειώδες κίνημα; Ποιος ξένος πράκτορας δίνει με τέτοια απλοχεριά τη ζωή του, όπως τη δίνουν χιλιάδες κομμουνιστές; Οι θυσίες αυτές μόνο με τις θυσίες των πρώτων χριστιανών μπορεί να συγκριθούν. Αλλά και πάλι υπάρχει μια διαφορά, ότι ενώ οι χριστιανοί δέχονταν το μαρτύριο και το θάνατο, ελπίζοντας να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών, οι κομμουνιστές δίνουν τη ζωή τους μην ελπίζοντας σε τίποτα. Τη δίνουν για ν’ ανατείλει στην ανθρωπότητα ένα καλύτερο, ευτυχισμένο αύριο, που αυτοί δε θα το ζήσουν. Ποιο όργανο των ξένων μπορεί να προσφέρει τη ζωή του σ’ έναν τέτοιο μεγάλο σκοπό;».
«Τα δικαστήριά σας είναι δικαστήρια σκοπιμότητας. Γι’ αυτό δε ζητώ την επιείκειά σας. Αντικρίζω την καταδικαστική σας απόφαση με περηφάνια και ηρεμία. Με το κεφάλι ψηλά θα σταθώ μπροστά στο εκτελεστικό σας απόσπασμα. Αλλά είμαι σίγουρος πως θα ‘ρθει η μέρα, που οι ίδιοι δικαστές που τώρα με δικάζουν, θα ζητήσουν χάρη απ’ τον ελληνικό λαό. Δεν έχω άλλο τίποτε να πω.»
Μια από τις κατηγορούμενες πρόσφερε στο Μπελογιάννη ένα γαρύφαλλο. Το πρόσωπο του χαμογέλασε. Αυτή την εικόνα, αμέσως μετά την απολογία, απέδωσε στο πασίγνωστο σκίτσο του ο Πάμπλο Πικάσο. Το κόκκινο γαρύφαλλο θα γίνει σύμβολο πάλης του ελληνικού λαού στους κατοπινούς αγώνες.
Το πρωί της 16ης Νοέμβρη του 1951 το στρατοδικείο βγάζει την απόφαση. Ο Μπελογιάννης μαζί με άλλους 11 καταδικάζονται σε θάνατο. Τα ονόματα των υπολοίπων ήταν: Έλλή Ιωαννίδου – Παπά, Θεοδώρα Γεωργιάδου, Αφροδίτη Μανιάτη, Καλλιόπη Παπαδοπούλου, Λίζα Κότου, Στάθης Δρομάζος, Στέργιος Γραμμένος, Δημήτρης Καλοφωλιάς, Δημήτρης Κανελλόπουλος, Αθανάσιος Κανελλόπουλος, Πέτρος Παπανικολάου. Άλλοι 15 κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν από ισόβια μέχρι τριετή φυλάκιση με αναστολή. Ο Μπελογιάννης μεταφέρεται στις φυλακές της Κέρκυρας. Η απόφαση του δικαστηρίου προκαλεί θύελλα αντιδράσεων σ’ όλο τον κόσμο. Διαδηλώσεις, πορείες, γινόταν στη διάρκεια της δίκης αλλά και μετά την απόφαση.
Με την πίεση των Αμερικανών, με επικεφαλής τον πρεσβευτή Πιουριφόι, σκηνοθετήθηκε η δεύτερη δίκη με την κατηγορία της «κατασκοπίας».
Στις 15 Φλεβάρη του 1952 ξεκινά για δεύτερη φορά η δίκη Μπελογιάννη με τον Αναγκαστικό Νόμο 375/1936 περί κατασκοπίας του Μεταξά. Οι κατηγορούμενοι εκτός απ’ τον ίδιο είναι άλλοι 28.
Στη νέα του απολογία ο Μπελογιάννης καταρρίπτει όλες τις συκοφαντίες, μ’ ένα κόκκινο γαρίφαλο στο χέρι και οπλισμένος με τη δύναμη και την αξιοπρέπεια του λαϊκού αγωνιστή, μετέτρεψε τη δίκη του σε βήμα καταγγελίας κατά των διωκτών του. Η απολογία του έχει μείνει σαν ένα φλογερό ντοκουμέντο θάρρους:
«Την ευθύνη για το ότι η ελληνική γη είναι σπαρμένη με τάφους και ερείπια, τη φέρουν μόνο οι ξένοι ιμπεριαλιστές και οι έλληνες υπηρέτες τους…»
«Εμείς πιστεύουμε στη ορθότητα της θεωρίας, που γέννησαν τα μυαλά των πιο πρωτοπόρων ανθρώπων. Και το νόημα του αγώνα μας είναι η θεωρία αυτή να γίνει πραγματικότητα τόσο για την Ελλάδα όσο και για όλο τον κόσμο…»
«Εμείς αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από εκείνους που μας κατηγορούν. Το αποδείξαμε τότε που η λευτεριά, η ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα βρίσκονταν σε κίνδυνο. Παλεύουμε για να ξημερώσουν και για την πατρίδα μας καλύτερες μέρες, χωρίς πείνα και πόλεμο. Κι αν χρειαστεί θυσιάζουμε γι’ αυτό και τη ζωή μας»…..
Το δικαστήριο αποφασίζει και πάλι τη θανατική ποινή για τους 8 κατηγορούμενους. Εκτός από το Μπελογιάννη, σε θάνατο καταδικάζεται ο Δημήτρης Μπάτσης, ο Ηλίας Αργυριάδης, ο Νίκος Καλούμενος, ο Τάκης Λαζαρίδης, ο Χαρίλαος Τουλιάτος, ο Μιλτιάδης Μπισμπιάνος και η Έλλη Ιωαννίδου. Ήταν 1η Μάρτη του 1952.
Οι προοδευτικοί άνθρωποι μέσα και έξω απ’ την Ελλάδα ξεσηκώνονται και απαιτούν να μην εκτελεστεί η απόφαση. Χιλιάδες διαμαρτυρίες και τηλεγραφήματα απ’ όλο τον κόσμο ζητούν τη ματαίωση της εκτέλεσης. Διεθνούς φήμης καλλιτέχνες όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, συγγραφείς όπως ο Σαρτρ, ο Κοκτώ, ο Μπενουά, γάλλοι υπουργοί, ο ίδιος ο Ντε Γκώλ, πρόεδροι ακαδημιών και ακυρωτικών δικαστηρίων στέλνουν τηλεγραφήματα εναντίωσης στις εκτελέσεις.
Ακόμα και ο συντηρητικός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Σπυρίδων Βλάχος, ζητά από το βασιλιά να μην γίνουν εκτελέσεις δηλώνοντας:
«Έχω συγκλονιστεί απ’ το ηθικό μεγαλείο του Μπελογιάννη. Το θεωρώ ανώτερο κι από των πρώτων Χριστιανών, γιατί ο Μπελογιάννης δεν πιστεύει ότι υπάρχει μέλλουσα ζωή».
30 του Μάρτη 1952, ώρα 3 το πρωί Κυριακής. Το κελί του Νίκου Μπελογιάννη στις φυλακές Καλλιθέας ανοιχτό. Ο βασιλικός επίτροπος συνταγματάρχης Αθανασούλας ανακοινώνει στο Μπελογιάννη, τον Καλούμενο, τον Αργυριάδη και το Μπάτση ότι η αίτηση χάριτος απορρίφθηκε. Όλοι τους κατάλαβαν ότι τους πάνε για εκτέλεση.
Σε λίγο τους βάζουν σε ένα αυτοκίνητο και τους μεταφέρουν στον γνωστό τόπο εκτελέσεων, το Γουδί. Οι 4 ήρωες δεν έχασαν ούτε μια στιγμή το κουράγιο τους. Αρνήθηκαν να τους δέσουν τα μάτια. Στις 4 και 12’ αντήχησαν τα όπλα του εκτελεστικού αποσπάσματος. Το έγκλημα της κυβέρνησης Πλαστήρα ολοκληρώνεται.
Η βαρβαρότητα συνεχίστηκε αφού τα πτώματα έμειναν στο τόπο που έπεσαν μέχρι το πρωί. Έπειτα μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο της Κοκκινιάς χωρίς φέρετρα και πετάχτηκαν σε ξένα μνήματα. Αργότερα, όταν ανακαλύφθηκε το λάθος, ξέθαψαν τα πτώματα και τα έθαψαν στο σωστό σημείο. Ας σημειωθεί ότι ημέρα Κυριακή ούτε οι Γερμανοί στην Κατοχή δεν εκτελούσαν μελλοθάνατους.
«Ο Μπελογιάννης ζει μεσ’την καρδιά μας.
Ο Μπελογιάννης ζει παν στις κορφές.
Ο Μπελογιάννης ζει κι ειναι κοντά μας
στων τραγουδιών τις λεύτερες στροφές.…»
Επιμέλεια Παναγιωτόπουλος Χρήστος
ΠΟΛΙΤΕΣ ΤΟΥ ΒΥΡΩΝΑ (Πηγές: kkeml.gr, katiousa.gr)