Η πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ σχετικά με τις τριετίες ξεκαθάρισε δύο πράγματα, άφησε όμως «απροσδιόριστα», ορισμένα άλλα βασικά ερωτήματα, πετώντας το «μπαλάκι» στην πλευρά του υπουργείου Εργασίας, όπως έχουμε αναφέρει και αποφάνθηκε, ουσιαστικά, ότι είναι αναρμόδιο να λύσει το θέμα.
Από την απόφαση του ΣτΕ, δύο πράγματα είναι σαφή. Οι εργαζόμενοι προ του 2012 με βάση την εγκύκλιο Αχτσιόγλου, που δεν ακυρώθηκε από το ΣτΕ, θα πρέπει να λάβουν τις νόμιμες αυξήσεις στις τριετίες τους (10% ανά τριετία).
Αντίθετα, για τους εργαζόμενους μετά το 2012, παραμένουν «παγωμένες» οι τριετίες, μέχρι το ποσοστό της ανεργίας υποχωρήσει σε μονοψήφια ποσοστά, δηλαδή κάτω από το 10%, όπως είναι και η μνημονιακή δέσμευση.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου, το ερώτημα είναι εάν οι αυξήσεις για αυτή την κατηγορία των εργαζομένων θα ξεπαγώσουν για τη «νέα» προϋπηρεσία που θα μετρούν μετά το 10% της ανεργίας ή αν θα πρέπει να πάρουν αναδρομικά αυξήσεις και για την προϋπηρεσία που έμεινε παγωμένη από το 2012, μέχρι να πέσει η ανεργία κάτω από 10%.
Αρμόδια στελέχη του υπουργείου Εργασίας εκτιμούν ότι οι τριετίες θα ξεπαγώσουν για την προϋπηρεσία των νέων εργαζομένων που θα ξεκινά, αφότου πέσει η ανεργία κάτω από το 10% και έως τότε, δηλαδή για το διάστημα Φεβρουαρίου 2012 και μέχρι να πέσει η ανεργία κάτω από 10% οι «τριετίες» τους δεν προσμετρώνται.
Η πλευρά των εργαζομένων, μέσω της νομικής παράστασης που είχε η ΓΣΕΕ στη δίκη που έγινε στο ΣτΕ για τις τριετίες, αντιτείνει ότι με τη χθεσινή απόφαση του δικαστηρίου,οι τριετίες θα πρέπει να ξεπαγώσουν αναδρομικά από το 2012 και μετά, όταν πέσει η ανεργία κάτω από 10%.
Η δε, απόφαση του ΣτΕ, σύμφωνα με ένα περιληπτικό σημείωμα που δημοσιεύτηκε χθες, λέει επί της ουσίας αυτό που προβλέπει ο νόμος: Ότι οι προσαυξήσεις, λόγω προϋπηρεσίας (τριετίες) θα συνεχίσουν να καταβάλλονται στους παλαιούς εργαζομένους, εφόσον είχαν ήδη συμπληρώσει μία τουλάχιστον τριετία μέχρι τον Φεβρουάριο του 2012, και φυσικά θα συνεχίσουν να τις παίρνουν και για την προϋπηρεσία που διανύουν μετά τον Φεβρουάριο του 2012, έως ότου οι μεν μισθωτοί συμπληρώσουν τα 9 έτη (3 τριετίες) και οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο συμπληρώσουν 6 τριετίες, δηλαδή 18 έτη.
Για αυτές τις δύο κατηγορίες (παλαιοί εργαζόμενοι με τουλάχιστον μία τριετία συμπληρωμένη ως τον Φεβρουάριο του 2012) οι επιχειρήσεις και οι εργοδότες οφείλουν να συμπληρώνουν τον βασικό τους μισθό με ένα 10% επιπλέον για κάθε μία τριετία και μέχρι 30% για τις 3 τριετίες αν είναι μισθωτοί και με ένα 5% επιπλέον στο ημερομίσθιο και ως 30% για 6 τριετίες για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο.
Με την απόφαση του ΣτΕ απορρίφθηκε η προσφυγή που είχαν καταθέσει ο ΣΕΒ και άλλες εργοδοτικές οργανώσεις, ζητώντας να ακυρωθεί η εγκύκλιος του Φεβρουαρίου του 2019 με την οποία γινόταν ερμηνεία του νόμου 4093/2012 και προβλεπόταν ότι θα έπρεπε να συνεχίσουν να καταβάλλονται οι τριετίες που είχαν κλειδώσει οι εργαζόμενοι πριν το πάγωμα, όπως και σε αυτές που συμπλήρωναν οι παλαιοί εργαζόμενοι μετά τον Φεβρουάριο του 2012.
Η πλευρά των εργοδοτών υποστήριζε ότι οι τριετίες στις κατώτατες αμοιβές έχουν καταργηθεί, ενώ η επίμαχη εγκύκλιος ανέφερε ότι οι τριετίες πρέπει να συνεχίσουν να καταβάλλονται.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι η εν λόγω εγκύκλιος «δεν είναι εκτελεστή, διότι έχει χαρακτήρα ερμηνευτικής εγκυκλίου» και προσθέτουν ότι με την επίμαχη εγκύκλιο το υπουργείο Εργασίας παρέχει υποδείξεις για την ορθή εφαρμογή και συμμόρφωση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, που όμως οι υποδείξεις αυτές «δεν είναι καθαυτές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και δεν αποτελούν νομική δέσμευση γι’ αυτούς».
Οι εργοδότες οφείλουν δηλαδή να συμμορφωθούν με όσα λέει ο νόμος για τις τριετίες, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα είναι παραβάτες της νομοθεσίας και θα έχουν κυρώσεις.
Όσοι σταμάτησαν να τις πληρώνουν από το 2012 και μετά σε εργαζομένους που είχαν ήδη κατοχυρώσει την πρώτη τριετία ως τον Φεβρουάριο του 2012, οφείλουν να τις δώσουν αναδρομικά.
Τη θέση των εργαζομένων, μάλιστα, πήρε και το υπουργείο Εργασίας, υποστηρίζοντας ενώπιον του ΣτΕ ότι οι τριετίες ορθώς συνεχίζουν και καταβάλλονται στους εργαζομένους που τις δικαιούνται, καθώς από καμία διάταξη νόμου δεν προκύπτει ρητά ή σιωπηρά η κατάργησή τους.
Πηγή: workenter.gr