Η λέξη πόλεμος για όσους βιώνουν τις άμεσες συνέπειές του – αλλά και για κάθε λογικό άνθρωπο που είναι σε θέση να αντιληφθεί τις έμμεσες τρομακτικές του επιπτώσεις – σημαίνει θάνατο, καταστροφή και μέγιστη δυστυχία.
Για κάποιους άλλους (εμπλεκόμενους στο κύκλωμα της πολεμικής βιομηχανίας) ανθρώπους ωστόσο, η ίδια λέξη απλώς περιγράφει τα αστρονομικά τους κέρδη.
Αυτά τα αστρονομικά κέρδη για την αμερικανική πολεμική βιομηχανία έσπευσε να εγγυηθεί ο Πρόεδρος Μπάιντεν με τη δήλωση / δέσμευσή του ότι «θα δώσουμε στην Ουκρανία τα όπλα για να πολεμήσει και να αμυνθεί σε όλες τις δύσκολες μέρες που έρχονται». Με αυτήν του τη δήλωση ο Αμερικανός Πρόεδρος επιβεβαίωσε επίσης κάτι που είναι γνωστό ήδη από το 2014: Η Ουκρανία δεν είναι μέσα στο ΝΑΤΟ, αλλά το ΝΑΤΟ είναι μέσα στην Ουκρανία.
Η ροή χρήματος προς τις αμερικανικές πολεμικές βιομηχανίες για την… ασφάλεια της Ουκρανίας άρχισε να πυκνώνει από το 2014, όταν η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία. Μέσα από δύο προγράμματα, ένα του Πενταγώνου και ένα του αμερικανικού ΥΠΕΞ, από το 2014 μέχρι και την έναρξη της ρωσικής εισβολής η Ουάσιγκτον είχε καταβάλει πάνω από 5 δισεκατομμύρια δολάρια «βοήθεια» στην Ουκρανία.
Πρόκειται για χρήματα που διατέθηκαν στις αμερικανικές πολεμικές βιομηχανίες και άλλους παρεμφερείς οργανισμούς και υπηρεσίες όπως η CIA για την προμήθεια όπλων, παροχή υλικού και στρατιωτικής εκπαίδευσης στις ουκρανικές κυβερνήσεις μετά το 2014. Τώρα, πώς οι ουκρανικές κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν να ξεπληρώσουν (γιατί τίποτε σ’ αυτόν τον κόσμο δεν είναι τζάμπα) αυτήν τη «βοήθεια» γίνεται με τραγικό τόπο αντιληπτό από τον ουκρανικό λαό, που υφίσταται τις τρομακτικές συνέπειες του πολέμου που ξέσπασε…
«Υπέροχα νέα»
Αυτοί οι υπάρχοντες δίαυλοι εφοδιασμού / εξοπλισμού της Ουκρανίας ενισχύθηκαν άμεσα και διογκώθηκαν με την έναρξη της ρωσικής εισβολής, καθώς πολλαπλασιάστηκαν αυτόματα οι ποσότητες των όπλων και των πολεμοφοδίων που φτάνουν στην εμπόλεμη χώρα από τις ΗΠΑ και άλλους ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους.
Πώς ακριβώς δουλεύει (και κερδίζει) το κύκλωμα των πολεμικών (αμερικανικών εν προκειμένω) βιομηχανιών, το περιέγραψε λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου σε συνέντευξή του στο «Harvard Business Review» ο διευθύνων σύμβουλος της Raytheon Technologies Greg Hayes. Όταν ρωτήθηκε αν και πώς η εταιρεία του θα επωφεληθεί από αυτή τη σύγκρουση, ο Hayes είπε:
«Επομένως, δεν ζητώ συγγνώμη γι’ αυτό. Είμαστε εκεί για να υπερασπιστούμε τη δημοκρατία και το γεγονός είναι ότι τελικά θα δούμε κάποιο όφελος στην επιχείρηση με την πάροδο του χρόνου. Όλα όσα (οπλικά συστήματα) αποστέλλονται στην Ουκρανία σήμερα, φυσικά, προέρχονται από αποθέματα, είτε στο υπουργείο Άμυνας είτε από τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ, και όλα αυτά είναι υπέροχα νέα. Τελικά θα πρέπει να τα αναπληρώσουμε και θα δούμε όφελος για την επιχείρηση τα επόμενα χρόνια».
Κοιτώντας τα ευρύτερα επιχειρησιακά πλάνα πολεμικών βιομηχανιών όπως η Raytheon και η Lockheed Martin, ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια παχυλή έκτακτη επιβράβευση, καθώς είναι ήδη έτοιμα τα νέα συμβόλαια για την ανανέωση των οπλοστασίων σε αεροπορικούς πύραυλος Stinger της Raytheon και σε αντιαρματικούς πύραυλος Javelin παραγωγής Raytheon / Lockheed Martin που η Ουάσιγκτον (και οι σύμμαχοί της) έχουν ήδη διαθέσει στην Ουκρανία κατά χιλιάδες.
Τα πολλά λεφτά…
Παρά το γεγονός ότι μέχρι στιγμής η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει διαθέσει πάνω από 6,5 δισ. για την ενίσχυση της Ουκρανίας, τα πραγματικά μεγάλα κέρδη για την πολεμική βιομηχανία αναμένονται από τις ήδη δρομολογημένες δυσθεώρητες αυξήσεις των αμυντικών προϋπολογισμών των χωρών – μελών του ΝΑΤΟ προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ρωσική απειλή. Το πώς διαμορφώνονται οι αμερικανικές «αμυντικές» δαπάνες για τον επόμενο χρόνο είναι ενδεικτικό για το τι περιμένει τους «συμμάχους» της αμερικανικής – απόλυτα στρατιωτικοποιημένης – αυτοκρατορίας…
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα δημοσιοποιημένα στοιχεία και πριν ακόμη τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Ουάσιγκτον, έχοντας επικεντρωμένη την προσοχή της στον έλεγχο της Κίνας, είχε προϋπολογίσει για το Πεντάγωνο 7,3 τρισεκατομμύρια δολάρια για την επόμενη δεκαετία.
Μετά τη ρωσική εισβολή το εν λόγω (7,3 τρισ.) θηριώδες ποσό κρίνεται από τους λομπίστες (για λογαριασμό των πολεμικών βιομηχανιών) Αμερικανούς πολιτικούς μικρό σε σχέση με τις προκλήσεις και τους κινδύνους που αντιμετωπίζει παγκοσμίως η ειρήνη και η δημοκρατία, που έχουν αναλάβει να υπερασπιστούν οι αμερικανικές πολεμικές βιομηχανίες…
Μια αμυδρή εικόνα του μεγέθους των οργανωμένων συμφερόντων που η ύπαρξή τους προϋποθέτει εντάσεις, συγκρούσεις και πολέμους, μας δίνουν οι τρέχουσες αμερικανικές «αμυντικές» δαπάνες. Το 2021 οι πέντε κορυφαίοι εργολάβοι παραγωγής όπλων στις ΗΠΑ – Lockheed Martin, Boeing, Raytheon, General Dynamics και Northrop Grumman – εξασφάλισαν από το Πεντάγωνο συμβόλαια ύψους άνω των 150 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μάλιστα, σε μια από αυτές (Lockheed Martin), το προηγούμενο έτος (2020) το αμερικανικό Πεντάγωνο ανέθεσε συμβόλαια ύψους άνω των 57 δισ., ποσό που υπερκαλύπτει το συνολικό ποσό που ο προϋπολογισμός των ΗΠΑ διέθεσε στο αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών…
Είναι, έχουμε την εντύπωση, προφανές ότι στον «σκοτεινό 21ο αιώνα», σε μια περίοδο όπου αναζητείται μια νέα παγκόσμια ισορροπία, η βιομηχανία των όπλων – και όχι η διπλωματία – είναι αυτή που θα καθορίζει τις πολιτικές επιλογές και τις κινήσεις της αμερικανικής αυτοκρατορίας για μια διά πυρός και σιδήρου προσπάθεια διαιώνισης της παγκόσμιας κυριαρχίας της.
Πηγή: topontiki.gr