Η Ελλάδα εξασφάλισε τα περισσότερα κονδύλια μεταξύ των χωρών της ΕΕ από το Ταμείο Ανάκαμψης ως ποσοστό του ΑΕΠ της, 30,5 δισ. ευρώ ή 16,7% του ΑΕΠ και έχει απορροφήσει μέχρι στιγμής και τα περισσότερα, 11,1 δισ. ευρώ ή 6,1% του ΑΕΠ της, σύμφωνα με τα στοιχεία επιδόσεων της Κομισιόν.
H διαφοροποίηση εξηγείται έως ένα βαθμό από τη σχετική σημασία του προγράμματος για κάθε χώρα. Ενώ για την Ελλάδα οι πόροι του Ταμείου αντιστοιχούν στο 6,1% του ΑΕΠ της, για τη Γερμανία, που έχει λαμβάνειν 26,4 δισ. ευρώ, αντιστοιχούν μόνο στο 0,7% του ΑΕΠ της. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει να καλύψει ένα επενδυτικό κενό της τάξης των 100 δισ. ευρώ, «κληρονομιά» των μνημονίων.
Ωστόσο, μια σημαντική προειδοποίηση απευθύνει η Κομισιόν και προς την Ελλάδα: Το σχέδιο, σημειώνει, φθάνει σε ένα σημείο, όπου θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από τις περιφερειακές και τις τοπικές αρχές (ΟΤΑ), οι οποίες έχουν διοικητικές και εφαρμοστικές αδυναμίες.
Γι’ αυτό και θα απαιτηθούν συντονισμός και βοήθεια προς αυτές τις Αρχές, προκειμένου να υλοποιήσουν το σχέδιο που περιλαμβάνει μια σειρά από δημόσιους διαγωνισμούς.
«Η συστηματική και αποτελεσματική συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών, των κοινωνικών εταίρων και άλλων σχετικών ενδιαφερομένων παραμένει σημαντική για την επιτυχή εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς και άλλων οικονομικών πολιτικών και πολιτικών απασχόλησης που υπερβαίνουν το σχέδιο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ευρεία ιδιοκτησία της συνολικής πολιτικής ατζέντας», αναφέρει η έκθεση της Επιτροπής.
Η Ελλάδα έχει βοηθηθεί όχι μόνο από την εμπειρία της από τα ΕΣΠΑ, αλλά και από τα μνημόνια, με τα οποία το Ταμείο Ανάκαμψης έχει πολλά κοινά. Για να εισπραχθεί μια δόση η χώρα πρέπει να ικανοποιεί κάποια προαπαιτούμενα, τα λεγόμενα ορόσημα, τα οποία περιλαμβάνουν υιοθέτηση μεταρρυθμίσεων και υλοποίηση επενδύσεων. «Είναι ένα βαρύ πρόγραμμα», σχολιάζουν τα αρμόδια στελέχη του υπουργείου Οικονομικών.
Πηγή: aftodioikisi.gr