Τεράστια κέρδη φέρνει ήδη στους μετόχους των πέντε μεγαλύτερων εταιρειών παραγωγής όπλων το λουτρό αίματος στη Μέση Ανατολή ● Μποναμάς για το «στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα» η στροφή στην εξωτερική και αμυντική πολιτική των ΗΠΑ.
Χρυσοφόρο αποδεικνύεται για τις μεγάλες αμυντικές βιομηχανίες της υφηλίου -και ειδικά των ΗΠΑ- το νέο λουτρό αίματος στη Μέση Ανατολή. Ο ανελέητος βομβαρδισμός της Γάζας, οι θανατηφόρες ρουκέτες της Χαμάς, οι νεκροί που αυξάνονται κατά εκατοντάδες μέρα με τη μέρα, ο φόβος και η ανασφάλεια που πυροδοτεί ευρύτερα στην περιοχή και συνολικά στον πλανήτη η σύρραξη, μεταφράζονται ήδη σε χρήμα με ουρά για τους μεγαλομετόχους των κορυφαίων εταιρειών παραγωγής οπλικών συστημάτων.
Μόνο την περασμένη Δευτέρα, δύο μόλις εικοσιτετράωρα από το αιφνιδιαστικό χτύπημα της Χαμάς κατά του Ισραήλ, οι μετοχές των αμερικανικών αμυντικών εταιρειών κατέγραψαν κέρδη σχεδόν 30 δισ. δολαρίων. Τέσσερις ημέρες αργότερα οι τίτλοι των κορυφαίων αμυντικών εταιρειών των ΗΠΑ συνέχισαν να καταγράφουν μία από τις μεγαλύτερες ανόδους των τελευταίων ετών. Μεταξύ άλλων: η μετοχή της έβδομης μεγαλύτερης σήμερα κατασκευάστριας όπλων του κόσμου, Northrop Grumman, που πέρυσι είχε συνολικό τζίρο 36,6 δισ. δολάρια και συμβόλαια προμηθειών ύψους 13,6 δισ. δολαρίων με το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας, σημειώνει εβδομαδιαία άνοδο μεγαλύτερη του 14%.
Μετοχές
Ο τίτλος της General Dynamics Corporation -4ης μεγαλύτερης αμυντικής βιομηχανίας του κόσμου, που πέρυσι είχε έσοδα 39,5 δισ. δολαρίων και συμβόλαια ύψους 21,6 δισ. δολαρίων με το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας (και της οποίας τα τανκς Abrams που κατασκευάζει σουλατσάρουν ήδη στα πολεμικά πεδία της Ουκρανίας), ενισχύθηκε αντίστοιχα κατά 10,2%. Raytheon Technologies Corporation και Boeing, η δεύτερη και τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός όπλων του πλανήτη -που πέρυσι είχαν πωλήσεις 67 και 66,6 δισ. δολαρίων η κάθε μία καθώς και συμβόλαια ύψους 25,3 και 14,7 δισ. δολαρίων αντίστοιχα με το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας- είδαν τις μετοχές τους να σημειώνουν ανάλογη άνοδο 4% και 6,1%. Εβδομαδιαία άνοδο μεγαλύτερη του 10% σημείωσε τέλος και ο τίτλος του μεγαλύτερου προμηθευτή όπλων της υφηλίου Lockheed Martin, που πέρυσι είχε έσοδα σχεδόν 66 δισ. δολάρια και συμβάσεις ύψους 45,7 δισ. δολαρίων με το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας. Ας σημειωθεί ότι την περασμένη Παρασκευή, λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η επίθεση της Χαμάς, το διοικητικό συμβούλιο της Lockheed είχε εγκρίνει επέκταση του προγράμματος επαναγοράς ιδίων μετοχών κατά 6 δισ. δολάρια και αύξηση του μερίσματος που διανέμει από τα 3 δολάρια στα 3,15 δολάρια ανά μετοχή. Ο μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ καρπώθηκε πέρυσι πάνω από το 11% των συνολικών δαπανών του αμερικανικού υπουργείου Αμυνας. Σε αυτά δεν περιλαμβάνονται μόνο οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για τον αμερικανικό στρατό των ΗΠΑ, αλλά οι συμβάσεις που αφορούσαν τη στρατιωτική βοήθεια προς τον ουκρανικό στρατό.
Η εκρηκτική ευημερία της Lockheed Martin και των υπόλοιπων κολοσσών της αμερικανικής αμυντικής βιομηχανίας δεν είναι άμοιρη της συνεχούς ανόδου που καταγράφουν οι αμυντικές δαπάνες και πωλήσεις όπλων στην υφήλιο. Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες από το 2013 κατά 19% φτάνοντας πέρυσι τα επίπεδα-ρεκόρ των 2,24 τρισ. δολαρίων, ποσό που ισοδυναμεί με το 2,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Εξ αυτών τα 577 δισ. δολάρια (42 δισ. δολάρια ή 8% περισσότερα από το 2021) κατευθύνθηκαν πέρυσι για την αγορά οπλικών συστημάτων και κατέληξαν στην πλειονότητά τους στα ταμεία των κολοσσών της αμυντικής βιομηχανίας και στις τσέπες των μετόχων τους. Οι εκτιμήσεις των αναλυτών είναι ότι ώς το 2027 η τεράστια αυτή πίτα που δηλητηριάζει θανάσιμα την ανθρωπότητα θα ξεπεράσει τα 700 δισ. δολάρια. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι άμοιρη της στροφής που πραγματοποιεί τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση Μπάιντεν τόσο στην εξωτερική όσο και στην αμυντική πολιτική της υπερδύναμης. Και στη στροφή αυτή καθοριστικό ρόλο δεν έχει μόνο ο «τρελός δικτάτορας Πούτιν» και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ούτε οι «τρομοκράτες της Χαμάς» με τις ρουκέτες τους προς τους άμαχους του Ισραήλ.
Πόλεμος και ειρήνη
Μείζονα ρόλο έχει και το περιβόητο στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα των ΗΠΑ, που εδώ και δεκαετίες απομυζά προς ίδιον όφελος τον κρατικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ και των άλλων κυβερνήσεων της υφηλίου, επενδύοντας στην ανασφάλεια, στον φόβο, στις συρράξεις, στον πόλεμο, στον διαχωρισμό των λαών της υφηλίου. Η δημιουργία αντίπαλων στρατοπέδων, ο αέναος ανταγωνισμός των εξοπλισμών, οι στρατιωτικές συγκρούσεις σημαίνουν γι’ αυτό πωλήσεις, κέρδη, αποδόσεις. Η ειρήνη, αντίθετα, οικονομικό μαρασμό. Γι’ αυτό και επενδύει τεράστια ποσά προς αυτήν την κατεύθυνσης, χρηματοδοτώντας τους πολιτικούς και τους γραφειοκράτες που προωθούν τα συμφέροντά του. Ο σημερινός υπουργός Αμυνας, στρατηγός Λόιντ Οστιν, ήταν έτσι μέτοχος και μέλος των διοικητικών συμβουλίων των Raytheon Technologies και United Technologies πριν επιλεχθεί από τον Τζο Μπάιντεν, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν σύμβουλος της εταιρείας ιδιωτικών συμμετοχών Pine Island, η οποία επιδόθηκε στην προηγούμενη δεκαετία σε μπαράζ εξαγορών μικρών εταιρειών οπλικών συστημάτων.
Στις «πέντε αδελφές» η μερίδα του λέοντος
Η μερίδα του λέοντος των συμβάσεων του Πενταγώνου έχει περάσει ιστορικά σε πέντε εταιρείες – Lockheed Martin, Raytheon, Boeing, Northrop Grumman και General Dynamics. Αυτές οι πέντε εταιρείες δαπάνησαν 44,5 εκατ. δολάρια από τα συνολικά 101 εκατ. που ξόδεψε ο κλάδος του λόμπι προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ στους πρώτους 9 μήνες του 2022. Οι «πέντε αδελφές» είναι το αποτέλεσμα μιας δραματικής διαδικασίας συγχωνεύσεων που ξεκίνησε στη δεκαετία του 1990. Τότε οι κορυφαίοι εργολάβοι αεροδιαστημικής και άμυνας, που συνεργάζονταν απευθείας με την κυβέρνηση σε κάποιες συμβάσεις, ανέρχονταν σε 51. Από το 2016 έως το 2021 αυτές οι πέντε εταρείες εισέπραξαν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση περισσότερα από 765 δισεκατομμύρια δολάρια, εκ των οποίων τα 704,8 δισ. δολάρια από το υπουργείο Αμυνας.
Πηγή: efsyn.gr