του Σπύρου Τζόκα*
«Νεκρός ναυτεργάτης λοστρόμος – Η ασφάλεια κι η προστασία της υγείας των ναυτεργατών βρίσκεται σε διαρκή κίνδυνο». «Νεκρός εν ώρα εργασίας εργαζόμενος σε σουπερμάρκετ. Ενας 56χρονος εργαζόμενος σε σουπερμάρκετ στη Χαλκίδα έρχεται να προστεθεί στη μακριά λίστα των εργαζομένων που δεν επέστρεψαν στο σπίτι τους από το μεροκάματο».
Καθημερινές σχεδόν οι τραγικές αυτές ειδήσεις στα πολύ ψιλά των εφημερίδων, στην καλύτερη περίπτωση, και εξαφανισμένες, στη χειρότερη. Φαίνεται σαν να έχει γίνει συνήθεια στα ΜΜΕ να διαβάζουμε για την απώλεια ενός εργαζόμενου που πήγε στην εργασία του και δεν γύρισε ποτέ σπίτι του. Σαν η ανθρώπινη ζωή να είναι ασήμαντη, ευκαιριακή και αμελητέα.
Η απαξίωση των εργαζομένων, τόσα χρόνια, έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς εργοδότες να ελαχιστοποιήσουν τα μέτρα ασφαλείας και να προσφέρουν εργασίες επικίνδυνες για την υγεία των εργαζομένων. Οι πολιτικές των κυβερνήσεων, που είναι βαθιά ταξικές, όχι μόνον δεν συμβάλλουν στη μείωση των εργατικών ατυχημάτων, αλλά αντίθετα βοηθούν στην έξαρση.
Σύμφωνα με κάποια στοιχεία που παρέθεσε πρόσφατα σε συνέντευξη Τύπου στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης ο γραμματέας Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία (ΥΑΕ) της ΓΣΕΕ και πρόεδρος της ΟΣΕΤΕΕ, Ανδρέας Στοϊμενίδης, μέσα στο 2023 (τα στοιχεία μέχρι το τέλος Μαρτίου 2023) σημειώθηκαν 49 θάνατοι σε χώρους εργασίας.
Τα εργατικά ατυχήματα, όπως επεσήμανε, είναι πολύ περισσότερα. Το 2022, τα εργατικά δυστυχήματα ήταν 104, το 2020 ήταν 41, το 2019 ήταν 51 και το 2018 ήταν 46. Είναι προφανές ότι υπάρχει ταξικό πρόσημο στο φαινόμενο, καθώς μεγάλος αριθμός αυτών των δυστυχημάτων αφορά ανειδίκευτους εργάτες, χαμηλά αμειβόμενους, που σε πολλές περιπτώσεις εργάζονται ανασφάλιστοι ακόμα και σε επικίνδυνες θέσεις.
Εκτός από την προφανή έλλειψη μέτρων προστασίας για τους εργαζομένους, που οδηγούν σε τραυματισμούς και θανάτους, υπάρχει και η αυξανόμενη πίεση που νιώθουν οι εργαζόμενοι, καθώς η ποιότητα ζωής τους διαρκώς υποβαθμίζεται.
Είναι γεγονός ότι η εντατικοποίηση της εργασίας, τα εξαντλητικά ωράρια, το άγχος να βγουν οι οικογενειακές υποχρεώσεις σε συνθήκες μεγάλης ακρίβειας και καθηλωμένων μισθών, οι πλειστηριασμοί που παίρνουν μορφή χιονοστιβάδας και τόσα άλλα, συνθέτουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο αυξάνεται στο κατακόρυφο η πίεση προς τους εργαζομένους.
Ταυτόχρονα, η διάλυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που θα μπορούσε να προλαμβάνει, η έλλειψη Γιατρών Εργασίας σε συνδυασμό με την εγκληματική διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση που κατέστησε τα νοσοκομεία «μιας νόσου», υποχρεώνοντας πρακτικά τους εργαζόμενους και τον λαό να μην μπορούν να ασχοληθούν με τα υπόλοιπα προβλήματα της υγείας τους, παίζουν καθοριστικό ρόλο για την έξαρση των θανάτων εργαζομένων από τα λεγόμενα «παθολογικά αίτια».
Επομένως, η αιτία πίσω από την αύξηση της μακάβριας λίστας των εργαζομένων που χάνουν τη ζωή τους στους χώρους εργασίας, είτε από εργατικά «ατυχήματα» είτε από «παθολογικά αίτια», παραμένει η ίδια: Είναι η πολιτική που θεωρεί την προστασία της ζωής μας «κόστος» για το κράτος και τους επιχειρηματικούς ομίλους, «κόστος» που συνθλίβεται κάτω από την ακόρεστη δίψα τους για κέρδη.
* Πανεπιστημιακός, συγγραφέας, υποψήφιος με το ΚΚΕ στον Νότιο Τομέα Αθηνών