Όπως τις διέσωσε ο καβάσης του Θωμάς Αριστ. Βούλτσος, κάτοικος του Βύρωνα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή
Με αφορμή τις επετειακές εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Βύρωνα τον περασμένο Σεπτέμβριο, για τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή και το μαρτυρικό θάνατο του τελευταίου Ποιμενάρχη της Εκκλησίας των Σμυρναίων Χρυσοστόμου Καλαφάτη του από Δράμας, κρίνεται σκόπιμο να μεταφέρουμε στο φιλόξενο χώρο της εφημερίδας αυτής κάποιες έγκυρες μαρτυρίες για το μαρτύριο του «περίβλεπτου» Ιεράρχη, όπως τις διέσωσε ο Δραμινός την καταγωγή πιστός καβάσης του Θωμάς Αρ. Βούλτσος.
—————————————————
Στις 27 Αυγούστου 1922 (π.η), ημέρα Σάββατο, ώρα 10 το πρωί, οι πρώτοι έφιπποι τσέτες με αρχηγό τον Κιορ (μονόφθαλμο) Μπεχλιβάν μπήκαν στη Σμύρνη, μία μέρα μετά την εκκένωση της πόλης από τον ελληνικό στρατό και την αποχώρηση των πολιτικών αρχών. Τις εσπερινές ώρες εισήλθαν οι τακτικές δυνάμεις του τουρκικού στρατού, με επικεφαλής τον πρώην νομάρχη Σμύρνης, στρατηγό Νουρεντίν πασά.
Από τις πρώτες ενέργειες του τούρκου στρατηγού ήταν να συλλάβει το μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο, να του απαγγείλει την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, γιατί ηγήθηκε της «Μικρασιατικής ΄Αμυνας» που στόχος της ήταν η δημιουργία αυτόνομου ελληνικού κράτους στη Μ. Ασία. Για τα γεγονότα που προηγήθηκαν της σύλληψης του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, για την προσαγωγή του στο Νουρεντίν και για το μαρτύριό του υπάρχουν πολλές μαρτυρίες Ελλήνων και ξένων, οι οποίες μέσα στο κλίμα εκείνων των ημερών εύλογο είναι να διαφέρουν μεταξύ τους και να γεννούν ορισμένες επιφυλάξεις ως προς την ακρίβεια των εξιστορουμένων, καθώς πολλοί από τους «αυτόπτες» μάρτυρες του μαρτυρίου του Αγίου ήταν απόντες από το δράμα του ιεράρχη, αφού είχαν εγκαταλείψει την πόλη πριν οι Τούρκοι στρατιώτες συλλάβουν τον Χρυσόστομο για να τον οδηγήσουν στο Διοικητήριο.
Μία από τις πλέον αξιόπιστες μαρτυρίες για τις τελευταίες ώρες του ιεράρχη είναι εκείνη του Θωμά Βούλτσου, κλητήρα της Μητρόπολης και πιστού συνεργάτη του μητροπολίτη Σμύρνης από την ποιμαντορία του στη Δράμα. Σύμφωνα με όσα γράφει ο συνώνυμος ανεψιός του Χρυσοστόμου Σμύρνης, μητροπολίτης Αυστρίας Χρυσόστομος (Τσίτερ), ο Βούλτσος ήταν ο ένας από τους τρεις ανθρώπους που βρισκόταν στη Μητρόπολη, πλησίον του δεσπότη τις τραγικές ημέρες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Οι άλλοι δύο ήταν ο Νικόλαος Σοφοκλέους, σύζυγος της αδελφής του Σοφίας, και ο αδελφός του Ευγένιος Καλαφάτης.
Ας δούμε τώρα πώς περιγράφει ο Θ. Βούλτσος τη συνάντηση του μητροπολίτη με το φρούραρχο Σαλή Ζεκή βέη και τη σύλληψή του από τους στρατιώτες του Νουρεντίν:
«Ο αστυνόμος ωδήγησε το δεσπότη στον φρούραρχο, ένα μαυρειδερό Αλβανό. Η πόρτα έμεινε μισάνοιχτη και έβλεπα μέσα. Εχαιρετίστηκαν. Ο φρούραρχος παράγγειλε για το δεσπότη βυσσινάδα. ΄Επειτα ο φρούραρχος έλεγε και ο δεσπότης έγραφε. Σε λίγη ώρα ετελείωσαν. Όταν εβγήκαμε έξω με τον αστυνόμο έλειπε το αμάξι μας. Καλή τύχη έφθασαν την ώρα εκείνη δύο Αμερικάνοι αξιωματικοί και είχαν την καλωσύνη να μας δώσουν το αυτοκίνητό τους να γυρίσωμε. Εφθάσαμε στη μητρόπολι η ώρα πέντε. Χαρά όλων, που μας είδαν. Ο μητροπολίτης έγραψε την προκήρυξι, που μας έδωκεν ο φρούραρχος. Η προκήρυξι έλεγε να μένουν όλοι στα σπίτια τους και να παραδώσουν τα όπλα στην εξουσία.
Στας οκτώ το βράδυ έρχεται ένα αυτοκίνητο στη μητρόπολι με τον ίδιο αστυνόμο και δύο στρατιώτες ωπλισμένους με λόγχες. ΄Ηλθαν να πάρουν το δεσπότη πως τον ζητά ο νομάρχης, δεν είπαν το όνομα, να πάη στο διοικητήριο με τρεις δημογέροντες. Επήραν τον Τσουρουκτζόγλου και τον Κλημάνογλου και εμπήκαν οι τρεις και οι αστυνομικοί στο αυτοκίνητο, για μένα δεν είχε θέσι και μούπε ο δεσπότης να περιμένω στη Μητρόπολι. Στας δέκα το βράδυ ένας από τους στρατιώτες, που ήλθαν το απόγευμα, έφερε μία κάρτα του δεσπότη για τον αδελφό του Ευγένιο. Του έγραφε: «Αγαπητέ αδελφέ, Μας εκράτησαν απόψε εμέ ως πρόεδρον της Μικρασιατικής Αμύνης, τους άλλους ως μέλη. Μην ανησυχείτε». Ο Ευγένιος άρχισε να κλαίη. Το άλλο πρωί, Κυριακή, στας 8 με στέλλει να μάθω για το δεσπότη. Ευρήκα τον Ζαδέ της τραπέζης. Πριν μισή ώρα συνάντησε τον υπαστυνόμο, που είχε πάρει το δεσπότη. Αυτός του είπε πως το δεσπότη τον χάλασαν, καθώς και τους δύο δημογέροντες. ΄Ετσι έγιναν. Ως την Τετάρτη, που έφυγα, δεν μπόρεσα να μάθω τίποτε άλλο».
Για το τι διημείφθη κατά τη συζήτηση μεταξύ των δύο ανδρών στο Διοικητήριο (Κονάκι) και για το πώς συμπεριφέρθηκε ο Νουρεντίν στους συλληφθέντες μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν. Πιθανολογείται πως ο ΄Αγιος Χρυσόστομος και οι δύο δημογέροντες δεν εκτελέστηκαν αμέσως αλλά κρατήθηκαν για ορισμένο χρονικό διάστημα στις φυλακές. Αυτό συνάγεται τόσο από την αφήγηση του Θ. Βούλτσου, όσο και από το ιδιόγραφο σημείωμα του Νικολάου Τσουρουκτσόγλου προς τη σύζυγό του, στο οποίο αναφέρει: «Θα μείνουμε αυτή τη νύκτα εδώ. Μην ανησυχείς. Ευρισκόμεθα μετά του Μητροπολίτου».
Παρά τις επιμέρους διαφορές τους, όλες οι πληροφορίες για το μαρτύριο του Αγίου συγκλίνουν μεταξύ τους στο ακόλουθο σημείο: Ο Χρυσόστομος παραδόθηκε από το Νουρεντίν στα χέρια του όχλου για να θανατωθεί (= να λιντσαριστεί) χωρίς νόμιμη δίκη. Επ’ αυτού ο τούρκος καθηγητής Bilge Umar, σχολιάζοντας την αφήγηση του συμπατριώτη του δημίου Ali Aǧe, η οποία δημοσιεύτηκε από τον Şemsi Katiltan στην εφημερίδα της Σμύρνης Yeni Asir (Ιούλιος – Αύγουστος 1973), υποστηρίζει ότι ο Νουρεντίν ήθελε να αποφύγει τις διαδικασίες μιας δίκης που θα έδινε τη δυνατότητα στη Βρετανία, στη Γαλλία και στην Ιταλία να επιχειρήσουν την αποτροπή της καταδίκης του Χρυσοστόμου Σμύρνης.
ΕΠΙΜΕΤΡΟΝ:
- Χρόνια αργότερα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, ο Θ. Βούλτσος μας έλεγε ότι λίγο προτού οι Τούρκοι στρατιώτες συλλάβουν το δεσπότη στις 27/8 (π.η), εκείνος ήταν κλεισμένος στο δωμάτιό του και μελετούσε από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο το μαρτύριο του Ιησού στην αυλή του Πιλάτου. Εκείνο το Ευαγγέλιο, μας ιστορούσε ο Θ. Βούλτσος, έφερε επάνω του φανερά τα ίχνη από τον ιδρώτα και τα δάκρυα του Μητροπολίτη. Μετά τη σύλληψη του Ιεράρχη, ο καβάσης του επέστρεψε στη Μητρόπολη, βρήκε το Ευαγγέλιο, το διέσωσε σαν ιερό κειμήλιο και ερχόμενος στην Αθήνα το παρέδωσε στον ανεψιό του εθνο-ιερομάρτυρα Χρυσόστομο Καβουνίδη. Σήμερα φυλάσσεται στο Μουσείο Μικρασιατικών Κειμηλίων της Εστίας Νέας Σμύρνης.
- Με την καταστροφή της Σμύρνης το 1922 ο Θ. Βούλτσος και η οικογένειά του βρέθηκαν πρόσφυγες στην Αθήνα. Αρχικά κατοίκησαν στην οδό Λασκάρεως αρ. 18, του Δήμου Αθηναίων, και μετά στον προσφυγικό συνοικισμό του Βύρωνα, στην οδό Κυδωνιών αρ. 51. Ο Θ. Βούλτσος εργάστηκε αρχικά ως κλητήρας στο Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων και από 1 Μαρτίου 1927 ως υπάλληλος στις εγκαταστάσεις της Ανώνυμης Εταιρείας «Ψυγεία Πειραιώς» του Τζανέτου Νικολάου Κανελλοπούλου, μέχρι την 1 Αυγούστου 1951, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Πέθανε στην Αθήνα το 1970 σε ηλικία 93 ετών και ενταφιάστηκε στο Δημοτικό Κοιμητήριο του Βύρωνα.