Αγαπητέ αναγνώστη, αγαπητή αναγνώστρια,
Σήμερα σας γράφω για μια έρευνα που ξεκίνησε τον περασμένο Ιούνιο, και για την οποία δουλέψαμε ταυτόχρονα τέσσερις δημοσιογράφοι σε Ελλάδα, Ιταλία, Ουγγαρία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Το ερώτημα από το οποίο ξεκινήσαμε ήταν το εξής: τι στήριξη λαμβάνουν οι γυναίκες στις χώρες μας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και μετά τον τοκετό;
Γνωρίζαμε ήδη από την επιστημονική έρευνα ότι η περιγεννητική περίοδος αποτελεί μία ιδιαίτερα ευάλωτη περίοδο τόσο σε σωματικό, όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο. Είναι ενδεικτικό ότι τη δεκαετία του ‘70 η αμερικανίδα ανθρωπολόγος Dana Raphael εισήγαγε τον όρο matrescence (κατά το adolescence) — όρος που παρομοιάζει τις ορμονολογικές, ψυχοκοινωνικές και άλλες αλλαγές που συντελούνται κατά την εφηβεία, με αυτές της περιγεννητικής περιόδου.
Στην Ελλάδα, ασχοληθήκαμε αποκλειστικά με τα νησιά του Αιγαίου, καθώς εκεί τα άτομα που προετοιμάζονται για τη μητρότητα συναντούν επιπλέον προκλήσεις: συχνά υποστελεχωμένα και ελλιπώς εξοπλισμένα νοσοκομεία (όταν υπάρχουν) και περιορισμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Στο πλαίσιο της έρευνας, δημιουργήσαμε ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο συμπληρώθηκε από 262 μητέρες από 40 διαφορετικά νησιά του Αιγαίου, οι οποίες γέννησαν μέσα σε ένα χρονικό διάστημα 35 ετών: από το 1990 μέχρι το 2025. Το ερωτηματολόγιο δεν αξιώνει επιστημονική εγκυρότητα, ωστόσο μας παρέχει κάποια ποσοτικά δεδομένα για να αποκτήσουμε μία αίσθηση της κατάστασης.
Κάποια από τα βασικά ευρήματά του ήταν τα εξής:
- Το 65% είπε πώς χρειάστηκε να γεννήσει αλλού, γιατί στο νησί δεν υπήρχε νοσοκομείο ή μαιευτική κλινική, οι υποδομές δεν ήταν επαρκείς, ή έλειπαν απαραίτητες ειδικότητες.
- Το 76% είπε πώς κανένας επαγγελματίας υγείας δεν τις ρώτησε για τη συναισθηματική τους κατάσταση.
- Μετά τον τοκετό, το 51% είπε πώς ένιωθε αγχωμένο και ανήσυχο. Το 43% ένιωθε μόνο του ή απομονωμένο, ενώ το 32% ένιωθε στεναχώρια και θλίψη.
- Παραπάνω από τις μισές συμμετέχουσες (50.8%) σκέφτηκαν κάποια στιγμή να επισκεφθούν κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, αλλά μόνο το 30% τελικά το έκανε. Εκείνες που δεν πήγαν, ανέφεραν σαν βασικούς λόγους ότι πίστευαν ότι μπορούσαν να τα καταφέρουν μόνες τους, ότι οι υπηρεσίες αυτές δεν ήταν προσβάσιμες (ήταν μακριά ή/και ακριβές), αλλά και ότι δεν είχαν που να αφήσουν το παιδί ή τα παιδιά.
|