Επικρατεί η εντύπωση στους περισσότερους Βυρωνιώτες ότι η Ανάληψη είναι ένας ακόμη Ιερός Ναός του Δήμου μας, που αποτελεί και ενορία.
Αυτό δεν είναι σωστό. Η Ανάληψη ήταν πάντα και είναι και σήμερα Μοναστήρι. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να είναι ενορία. Η επίσημη ονομασία του είναι: «Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας – Μετόχιον Αναλήψεως». Και το Μετόχι αυτό είναι το μοναδικό Αγιορείτικο Μετόχι στην Αθήνα.
Έχει θαυμάσια θέα προς την Ακρόπολη, το Λυκαβηττό και τον Υμηττό και από το καμπαναριό του αγναντεύει κανείς ολόκληρο το λεκανοπέδιο με τα γύρω βουνά.
Η δημιουργία αυτού του Μοναστηριού χάνεται πράγματι στα βάθη του χρόνου. Κάποια κομμάτια αγρυλικού λίθου (μάρμαρο με ελαφρά κιτρινωπή απόχρωση), ξεχασμένα εδώ κι εκεί στον περίβολο της Μονής, μαρτυρούν ότι στη θέση αυτή υπήρχε κάποιο αρχαίο μνημείο ή μαρμάρινη πηγή και όπως συνέβη σχεδόν σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι Χριστιανοί πάνω σ’ αυτά τα ερείπια και συνήθως με τα ίδια υλικά θεμελίωσαν και έχτισαν τους δικούς τους ναούς.
Το βέβαιο είναι ότι στην κορυφή του λόφου από το 1889 ήταν χτισμένο ένα μικρό παρεκκλήσι, ρυθμού Βασιλικής, αφιερωμένο στην Ανάληψη του Κυρίου. Αυτό προκύπτει από έρευνα στα αρχεία της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού.
Το 1908 ο φερόμενος ως ιδιοκτήτης του χώρου ιερέας Ιγνάτιος Σακελαρίου τον δώρισε μαζί με το παρεκκλήσι στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους. Αυτό έγινε για την εξόφληση χρέους προς τη Μονή ύψους 1200 δρχ. (900 δρχ. κεφάλαιο και 300 δρχ. τόκοι). Έτσι έκτοτε το ακίνητο και τα ιερά κτίσματά του λειτουργούν ως εξάρτημα της Μονής αυτής.
Στο δωρητήριο συμβόλαιο αναφέρεται ότι το κτήμα είχε έκταση 6 στρέμματα και περιελάμβανε το ναϊσκο της Ανάληψης, μία διώροφη (το σημερινό Επιτροπικό) και μία μονόροφη κατοικία, δύο πηγάδια, αμυγδαλεώνα και μία δεξαμενή.
Η ιδιοκτήτρια πλέον Μονή διόρισε στα επόμενα χρόνια σειρά ιερομονάχων ως Οικονόμων στο Μετόχι της Ανάληψης.
Στα χρόνια 1916 – 1920 άρχισε να χτίζεται πέτρινος μοναστικός ναός, νεοκλασικός, με στοιχεία Βυζαντινού ρυθμού. Το 1923 αποπερατώθηκε στην αρχική του μορφή το Επιτροπικό, που αποτελεί και το δεύτερο χρονολογικά κτίσμα στο Βύρωνα. Το πρώτο ήταν το σπίτι της Ισιδώρας Ντάνκαν.
Όταν το 1923 στην περιοχή άρχισαν να συρρέουν οι Μικρασιάτες και να δημιουργείται ο νέος προσφυγικός συνοικισμός, ο ναός αποπερατώθηκε. Τα εγκαίνια έγιναν το 1924 με λαμπρότητα από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, κάτοικο Βύρωνα. Ο Χρυσόστομος μάλιστα έδειξε τέτοια εύνοια και μεροληψία προς το Μοναστήρι της Ανάληψης, αγνοώντας τις νεοσύστατες ενορίες του Συνοικισμού, ώστε οι υπόλοιποι κληρικοί του Βύρωνα αντέδρασαν και δεν παρέστησαν στις εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν στην Ανάληψη «διότι ο Μητροπολίτης εδιάλεξεν να μην υπάγη εις καμίαν ενορίαν, μόνον να υπάγη εις τους καλογήρους». Η αλήθεια είναι βέβαια ότι στο Βύρωνα ακόμα τότε δεν υπήρχε άλλος αποπερατωμένος ναός.
Πρόβλημα δημιουργήθηκε αργότερα στο ανδρικό Μοναστήρι της Ανάληψης με την κουρά σ’ αυτό και γυναικών. Επρόκειτο για ένα φαινόμενο άγνωστο στην Αθηναϊκή κοινωνία, που συνάντησε ποικίλες αντιδράσεις από την τοπική εκκλησιαστική διοίκηση. Όμως ο ηγούμενος της Μονής δεν υποχώρησε.
Τα προβλήματα αυτά του Μοναστηριού κλήθηκε να τα λύσει το 1931 ο Μικρασιάτης από τα Αλάτσατα πρώην ηγούμενος της Μονής Σίμωνος Πέτρας, Ιερώνυμος. Παρέμεινε ηγούμενος στην Ανάληψη μέχρι το θάνατό του το 1957. Θεωρείται ο «φυσικός γέροντας και πατέρας του Μοναστηριού». Στενοί του συνεργάτες υπήρξαν ο πασίγνωστος στο Βύρωνα Μικρασιάτης γιατρός Ιωάννης Ζαμάνης και ο ιερομόναχος Φώτιος (Μπάρμπα Φώτης).
Στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης το Άλσος και η γύρω περιοχή της Ανάληψης χρησιμοποιήθηκαν από τον ΕΛΑΣ ως πεδία ασκήσεων, αλλά και ως τόπος ταφής κάποιων αγωνιστών. Οι τάφοι αυτοί σήμερα δεν υπάρχουν.
Κατά τη διάρκεια της μάχης της Αθήνας το Δεκέμβρη του 44 η Ανάληψη υπέστη σοβαρότατες ζημιές από τους Βρετανικούς βομβαρδισμούς.
Στη δεκαετία του 50 αποπερατώθηκαν όλα τα κτίσματα και οι εγκαταστάσεις και έτσι το Μοναστήρι απέκτησε μεγάλο ενδιαφέρον ως το μοναδικό άρτιο Αγιορείτικο Μετόχι της Αθήνας. Η φήμη του ήταν τέτοια, ώστε ο Πατριάρχης της Αντιοχείας ζήτησε να εγκαταστήσει εκεί την Εξαρχεία του. Και η Ιερά Μονή του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου της Πάτμου έκανε αίτηση να της εκχωρηθεί η Ανάληψη για δική της χρήση. Και οι δύο αιτήσεις απορρίφθηκαν.
Νέα μεγάλη ανακαίνιση έγινε στην τριετία 1993 – 1996. Κατασκευάστηκε αρχονταρίκι, καινούργιο οστεοφυλάκιο κ.λ.π. Τέλος η Ανάληψη απέκτησε και σημαντική «Αγιορείτικη Βιβλιοθήκη» και το «Κέντρο Βιοιατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας», που το χρησιμοποιεί η Ιερά Σύνοδος ως συνεδριακό κέντρο.
Σήμερα από τα 6 αρχικά στρέμματα της Ανάληψης έχουν απομείνει στο Μοναστήρι περίπου τα μισά. Όμως το συνολικό πράσινο στην περιοχή δεν έχει μειωθεί. Καλύπτει ακόμη 7 στρέμματα. Ο αμυγδαλεώνας μετατράπηκε σε παιδική χαρά. Το επί πλέον των 6 στρεμμάτων συνεχόμενο πευκοδάσος σε σχολεία. Το κοιμητήριο των μοναχών εξαφανίστηκε. Οι τάφοι κάποιων αγωνιστών της Αντίστασης δεν υπάρχουν. Απομένουν το μνήμα του «Γέροντα» του Μοναστηριού, τα δύο πηγάδια, η δεξαμενή και ένα κομμάτι αρχαίου αγρυλικού λίθου, που παραπέμπει σε κάποιο αρχαίο μνημείο, που προϋπήρχε πάνω στο λόφο.
Το 1936 ιδρύθηκε η Ιερά Μονή της Ζωοδόχου Πηγής στην ομώνυμη Πηγή με την επίσημη ονομασία Ιερά Μονή Εισοδίων Θεοτόκου, μετόχι της Ιεράς Μονής Πετράκη. Το 1937 στην οδό Σωκίων το Ιερό Ησυχαστήριο Παμμεγίστων Ταξιαρχών – Μετόχι του Αγίου Όρους και πολλά άλλα μικρά ξωκκλήσια και Ησυχαστήρια. (Αγία Βαρβάρα κ.λ.π)
Πάντως, στις νότιες περιοχές του Βύρωνα (Αύρα) δεν υπάρχει κοντά Ιερός Ναός. Δίπλα στο σπίτι της Ισιδώρας Ντάνκαν υπήρχε μόνο μία παράγκα σε σχήμα ναού. Σήμερα οι εκεί Βυρωνιώτες εξυπηρετούνται από το Ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που χτίσθηκε το 1947 από τον αρχιτέκτονα Σόλωνα Κυδωνιάτη στο χώρο της παράγκας.
Απ’ το βιβλίο “90 χρόνια Βύρωνας” με την άδεια του συγγραφέως Απόστολου Κοκόλια