Ο πλανήτης ήταν απροετοίμαστος για να διαχειριστεί την πανδημία (που εξακολουθεί να υπάρχει ανάμεσα μας -δεν μας αγνοεί, επειδή την αγνοούμε), στο ξέσπασμα της.
Γεγονός εύλογο, αφού ήταν κάτι το πρωτοφανές. Για αυτό και αναιρούνταν διαρκώς πράγματα που δημοσιεύονταν ως ‘νέα’, με τις εξελίξεις να είναι καταιγιστικές, έως ότου μπούμε όλοι σε μια σειρά.
Ενόσω διαπλανητικά στα εργαστήρια αναζητούσαν τρόπο αντιμετώπισης του θανατηφόρου ιού, οι πολίτες της Γης ήταν κλειδωμένοι σπίτια τους, ‘πνιγμένοι’ από το άγχος (για τη ζωή τους) και την αβεβαιότητα (του τι ξημερώνει).
Οι συνέπειες που είχαν τα lockdown στη ψυχή, το μυαλό και το σώμα μας τίθενται πλέον, στο προσκήνιο των ερευνών.
Πολλές εκ των μελετών αφορούν τα παιδιά που γεννήθηκαν μέσα στην πανδημία -και εν αντιθέσει με τη συνθήκη που ζήσαμε όσοι γεννηθήκαμε νωρίτερα, δεν είχαν επαφή με τον έξω κόσμο για μήνες ή και χρόνια.
Τον Απρίλιο του 2022 το Brown University και ο αμερικανικός μη κερδοσκοπικός οργανισμός LENA (έχει ως αποστολή να αλλάξει το μέλλον των παιδιών, μέσω της τεχνολογίας της πρώιμης ομιλίας και προγραμμάτων που βασίζονται σε δεδομένα), δημοσίευσαν αποτελέσματα ερευνών που έγιναν με τη χρήση του talk podometer.
Εν συντομία, η φορητή συσκευή talk podometer ‘λαμβάνει’ την ομιλία μιας ολόκληρης ημέρας. Τα αρχεία ήχου μεταφέρονται σε ένα σύστημα επεξεργασίας cloud. Αυτό χρησιμοποιεί πολύπλοκους αλγόριθμους για την ανάλυση του αρχείου ήχου.
Το σύστημα παρέχει λεπτομερείς πληροφορίες για το τι ακούνε τα παιδιά κατά τη διάρκεια της ημέρας. Μετρά τον αριθμό των λέξεων που ακούγονται κοντά στο παιδί, επιπλέον των φωνητικών φωνημάτων του ίδιου του παιδιού, που σχετίζονται με τη γλώσσα. ‘Αναγνωρίζει’ την ομιλία άλλων, τους μη ομιλητικούς ήχους (πχ κραυγές) και τον τηλεοπτικό/ηλεκτρονικό ‘θόρυβο’.
Στη συνέχεια, δημιουργεί αντικειμενικές, εφαρμόσιμες αναφορές για τους φροντιστές σχετικά με την ποσότητα και την ποιότητα της ομιλίας στο περιβάλλον του παιδιού τους.
Μεταξύ αυτών που ‘λαμβάνει’ είναι και οι αλληλεπιδράσεις παιδιού και ενήλικου “που είναι κρίσιμες για την κατάκτηση της γλώσσας”.
Για να μπουν οι επιστήμονες στη διαδικασία έρευνας, είχε προηγουμένως διαπιστωθεί πως τα παιδιά που γεννήθηκαν μέσα στην πανδημία, χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για να ολοκληρώσουν γνωστικές εργασίες.
Έγιναν εξετάσεις (συμπεριλαμβανομένης της νευροαπεικόνισης) και τα αποτελέσματα έδειξαν πως μειώθηκε απότομα τα σκορ κινητικότητας και γλώσσας μειώθηκαν κατακόρυφα, από το 2021 στο 2022.
Περαιτέρω μελέτες έδειξαν ότι υπήρχαν αναπτυξιακές καθυστερήσεις μεταξύ των μωρών που γεννήθηκαν πριν τον Covid και αυτών που γεννήθηκαν μετά.
Τα μωρά που γεννήθηκαν μετά το ξέσπασμα του Covid παρουσίασαν βραδύτερη λεκτική ανάπτυξη, με την πάροδο του χρόνου -όπως αυξανόταν με σημαντικά πιο αργό ρυθμό η λευκή ουσία στον εγκέφαλο τους (είναι η καλωδίωση του εγκεφάλου, μεταφέρει πληροφορίες σε διάφορες περιοχές του φλοιού που τις επεξεργάζονται), συγκριτικά με παιδιά που γεννήθηκαν πριν την πανδημία.
Το talk podometer έδειξε πως υπήρχε και σημαντική πτώση στις λέξεις των ενηλίκων ανά ώρα και τις συνομιλίες μεταξύ δυο ομάδων παιδιών.
Επισημάνθηκε πως ρόλο στα αποτελέσματα έπαιξε και το αυξημένο άγχος και εξουθένωση που προκάλεσε ο SARS-CoV-2.
Προφανώς και δεν συνέβαιναν σε όλα τα σπίτια, τα ίδια. Φάνηκε ωστόσο, πως χρειαζόταν λίγη περισσότερη αλληλεπίδραση γονιών και παιδιών.
Tην Τετάρτη 12/10 εμφανίστηκαν παιδιατρικοί νευρολόγοι από το Royal College of Surgeon της Ιρλανδίας, για να επιβεβαιώσουν τα παραπάνω και να προσθέσουν κάτι ακόμα:
Σε μελέτη που έγινε με δείγμα 309 ‘παιδιά της πανδημίας’ των οποίων οι οικογένειες για τους έξι πρώτους μήνες της πανδημίας δεν επιτρεπόταν να έλθουν σε επαφή με περισσότερους από τέσσερις ανθρώπους -, εκτός όσων ζούσαν στο σπίτι τους- “έως ότου τα βρέφη που είχαν αποκτήσει γίνουν 12 μηνών, 1 στα 4 δεν είχαν συναντήσει άλλο παιδί στην ηλικία τους”.
Πώς επηρεάστηκαν από αυτήν την απομόνωση;
Οι ερευνητές ζήτησαν από τους γονείς να αξιολογήσουν την ικανότητα των μωρών τους σε επτά αναπτυξιακά ορόσημα, μετά τον 12ο μήνα της ζωής τους. Όπως; Το να μπουσουλάνε, να μαζεύουν μικροσκοπικά αντικείμενα με τον δείκτη και τον αντίχειρα και να λένε τουλάχιστον μια σαφή και ουσιαστική λέξη.
Σε σύγκριση με τα μωρά που γεννήθηκαν πριν την πανδημία, εκείνα που είδαν το πρώτο φως μετά τον Covid ήταν λιγότερο πιθανό
-να πουν μια συγκεκριμένη και ουσιαστική λέξη (89 % vs 77%),
-να δείξουν ανθρώπους ή αντικείμενα (93% vs 84%) και
-να μπορέσουν να κουνήσουν το χεράκι τους, ως ‘αντίο’ (94,5% vs 88%).
“Δεν έβλεπαν ανθρώπους να φεύγουν και άρα δεν έμαθαν να αποχαιρετούν, όπως και δεν έδειχναν ανθρώπους ή αντικείμενα, αφού είναι κάτι που κάνουν τα μωρά σε νέα πράγματα που θέλουν -αλλά δεν έβγαιναν έξω και είχαν ‘γνωριστεί’ ήδη με όσα υπήρχαν στο σπίτι”.
Την ίδια ώρα, μπουσούλησαν περισσότερα μωρά που γεννήθηκαν μετά τoν κορονοϊό (97.5% vs 91%), πιθανότατα επειδή πέρασαν περισσότερες ώρες στο έδαφος, από ό,τι δεμένα σε αυτοκινητάκια ή καροτσάκια.
Οι επιστήμονες τόνισαν πως οι διαφορές ήταν μικρές και ότι υπάρχουν πολλά που μπορούν να κάνουν οι γονείς για να βοηθήσουν τα μωρά τους να καλύψουν το χαμένο έδαφος. Όπως; Το να τους διαβάζουν τακτικά και να μιλούν μαζί τους.
Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι κατέληξαν στο ότι “τα μωρά είναι από τη φύση τους ανθεκτικά και περίεργα και είναι πολύ πιθανό με την επιστροφή τους στην κοινωνία και τη διεύρυνση των κοινωνικών κύκλων να βελτιωθούν οι δεξιότητες κοινωνικής επικοινωνίας τους. Η ομάδα που παρακολουθήσαμε, θα μελετηθεί μέχρι τη σχολική ηλικία ώστε να διασφαλιστεί πως όντως αυτή είναι η πραγματικότητα”.
Πηγή: news247.gr