Η υπόθεση του λόφου Κοπανά είναι το θέμα που απασχολεί σήμερα την πόλη μας κι όχι άδικα, καθώς αφορά την ποιότητα της ζωής μας, την περιουσία μας ως Δήμος, τις αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητές μας για περισσότερα από 40 χρόνια και φυσικά πρόκειται για μια δασική έκταση, η οποία – έχει μεγάλη σημασία να μη το ξεχνάμε – είχε ενταχθεί από τον ΣΠΑΥ στο LIFE99 και στο Natura99.
Το πώς φτάσαμε ως εδώ σηκώνει πολύ συζήτηση. Ευθύνες υπάρχουν διαχρονικά. Αδιαφορία, ολιγωρία, λανθασμένοι χειρισμοί από το δημόσιο και τις δημοτικές αρχές, σαφώς και συνέβαλαν στη διαδρομή αυτή. Όμως η πραγματικότητα είναι ξεκάθαρη, άσχετα από το τι πιστεύουμε ως πολίτες όλα αυτά τα χρόνια.
Ποτέ δεν ανήκαν στον δήμο Βύρωνα οι διεκδικούμενες από τους ιδιώτες εκτάσεις. Δεν ήταν ποτέ δικές μας και δυστυχώς δεν φροντίσαμε να γίνουν δικές μας όλα αυτά τα χρόνια, με αποτέλεσμα σήμερα να ψάχνουμε εναγωνίως -και αρκετά όψιμα- στήριξη από κάθε δυνατή πλευρά.
Κερδίσαμε πρωτόδικα. Χάσαμε στο Εφετείο. Θεσμικά ο αγώνας συνεχίζεται στον Άρειο Πάγο. Κοινωνικά και πολιτικά ωστόσο οφείλουμε να περιφρουρήσουμε, όλοι μαζί ενωμένοι, φορείς, παρατάξεις, συλλογικότητες, πολίτες, το δημόσιο δασικό χαρακτήρα του λόφου Κοπανά με τα θέατρα και τα γήπεδά του.
Ας δούμε όμως πως φτάσαμε σε αυτή την αρνητική απόφαση του εφετείου.
Οι κληρονόμοι ιδιοκτήτες (18) ισχυρίζονται ότι έχουν νόμιμους τίτλους που προέρχονται από το 1860, ότι αγόρασαν κτήματα στη θέση Κοπανά (σ. 13 απόφασης Εφετείου). Ο ορισμός της περιοχής στα συμβόλαια είχε γίνει με τοπωνύμια, όπως συνηθιζόταν τότε, ενώ η αρχική κτήση από το 1860 βεβαιώνεται βάσει χρησικτησίας επί εποχής τουρκικού κράτους. Αξίζει να επισημάνουμε πως η περιοχή το 1800 ήταν παντελώς έρημη και ακόμη και ο αρχικός τίτλος ορίζει μεγάλο μέρος της περιοχής ως «βουνό ακαλλιέργητο». Είναι απορίας άξιο τί χρησικτησία γινόταν τότε και γιατί δεν αμφισβητήθηκε αυτός ο αρχικός τίτλος από το ελληνικό δημόσιο αλλά έγινε αποδεκτός και επάνω σε αυτόν συνέχισαν να θεμελιώνονται δικαιώματα κτήσης.
To 1926 με συγκεκριμένο τοπογραφικό ορίζεται στους ενδιαφερόμενους τότε η διανομή της έκτασης επί του λόφου Κοπανά και της γύρω περιοχής και καθορίζονται σαφώς τα οικόπεδα.
Το 1927 λειτούργησαν τα λατομεία επί του λόφου Κοπανά, ενώ διαμορφώνεται το σχέδιο πόλης και απαλλοτριώνεται το βόρειο κομμάτι της περιοχής από την Ελληνική πολιτεία για την μετεγκατάσταση προσφύγων. Το κομμάτι αυτό αφορά τη διαμόρφωση της περιοχής έως τη σημερινή οδό Ταταούλων. Με αυτή την πράξη απαλλοτρίωσης η τότε ελληνική πολιτεία αναγνωρίζει ουσιαστικά τους φερόμενους ιδιοκτήτες της περιοχής.
Το 1964 οι ιδιοκτήτες του λατομείου συστήνουν την ομόρρυθμη εταιρεία “Εργάνη” που αργότερα έγινε Α.Ε. Ένα κομμάτι της έκτασης είναι της επιχείρησης και διάφορα διπλανά κομμάτια που ανήκουν στην ατομική ιδιοκτησία των επιχειρηματιών ενοικιάζονται στην εταιρεία.
Το 1970 ξεκινούν οι έντονες διαμαρτυρίες των κατοίκων για τις χωματουργικές εργασίες που παρενοχλούν την περιοχή. Γίνονται οι πρώτες μεγάλες κινητοποιήσεις με τη συμβολή του επόμενου δημάρχου Βύρωνα κ. Φατσέα.
Το 1971 το Υπουργείο Εθν. Οικονομίας σταματά τη λειτουργία των εξορυκτικών εργασιών του λατομείου και παραχωρεί στους ιδιοκτήτες την έκταση στο Κακόρεμα του Υμηττού, -πάνω από τα στρατόπεδα Σακέτα- για να κάνουν εκεί λατομείο. Στα νταμάρια της Ταταούλων μένει μόνο η μονάδα παραγωγής σκυροδέματος. Το λατομείο της ΕΡΓΑΝΗ στο Κακόρεμα τελικά ανέστειλε εντελώς τη λειτουργία του τα χρόνια της οικονομικής κρίσης..
Το 1975 με απόφαση του αρμόδιου Υπουργείου σταματά και η λειτουργία εξορυκτικών εργασιών στο λατομείο του Κακορέματος.
Το 1976 εκδίδεται ο Ν. 248/76 «σύνταξις προσωρινού φύλλου καταγραφής και μητρώου ιδιοκτησίας των δασικών εκτάσεων, δημοσίων τε και ιδιωτικών», όπου καθορίζονται οι δασικές εκτάσεις.
Το 1977 επεκτείνεται το σχέδιο πόλης και περιλαμβάνει την περιοχή που ορίζεται χώρος ανέγερσης σχολείων. Δύο χρόνια μετά, το 1979 το δημόσιο μέσω του ΟΣΚ αγοράζει 15,8 στρέμματα για να οικοδομήσει τα σχολεία που όλοι γνωρίζουμε. Αρχικά το 3ο Γυμνάσιο- Λύκειο που κατασκευάστηκε και εγκαινιάστηκε από τον Απόστολο Κακλαμάνη, υπουργό παιδείας στις 4 Απριλίου 1985. Ουσιαστικά ο ΟΣΚ με την αγορά περιοχής για την ανέγερση σχολείων, αναγνωρίζει επί της ουσίας το νομικό καθεστώς και τους ιδιοκτήτες της περιοχής.
Έχει προηγηθεί το 1977 η απόφαση 47/1977 του δημοτικού συμβουλίου με δήμαρχο τον Δημήτρη Κωνσταντιλιέρη αποφασίζει ομόφωνα να απαλλοτριώσει το χώρο των νταμαριών στο λόφο Κοπανά για να διαμορφωθεί σε άλσος. Η απόφαση αυτή ψηφίζεται από όλες τις πτέρυγες του Δ.Σ., εγκρίνεται από την Νομαρχία Αθηνών και δημοσιεύεται σε ΦΕΚ το 1979. Με την απόφαση αυτή επίσης αναγνωρίζονται ουσιαστικά οι ιδιοκτησίες και οι ιδιοκτήτες της περιοχής από το δήμο.
Οι κάτοικοι του Βύρωνα, με τους κομμουνιστές Δημάρχους Φατσέα, και στη συνέχεια τον Δ. Νικολαΐδη, έδωσαν αγώνες, έκαναν καταλήψεις στο χώρο, από το 1979, για να περάσουν τα παλιά λατομεία ΕΡΓΑΝΗ στο δημόσιο και να αξιοποιηθεί η περιοχή για τις ανάγκες των κατοίκων.
Ανάλογη αγωνιστική στάση διεκδίκησης και σημαντική συμβολή για την τύχη της περιοχής είχε και ο Δήμαρχος Υμηττού Ανδρέας Λεντάκης.
Την ίδια περίοδο (1979), η πολιτεία σχεδίαζε στην περιοχή αυτή να γίνει νεκροτομείο. Η αντίδραση των κατοίκων και της δημοτικής αρχής Νικολαΐδη, είχε ως αποτέλεσμα να απομακρύνει αυτή την προοπτική.
Το 1981 γίνεται η σύνταξη προσωρινών κτηματικών χαρτών δασικών εκτάσεων βάσει του Ν.248/76. Το λατομείο χαρακτηρίζεται ως δημόσια δασική έκταση. Γίνονται προσφυγές από τους ενδιαφερόμενους.
Το 1981 έπεσε η ιδέα από το σκηνοθέτη Μίνωα Βολονάκη, τον ηθοποιό Γιάννη Βόγλη και άλλους να γίνει θέατρο στα βράχια. Το όραμα του Μίνου Βολονάκη και των τότε ανθρώπων της τέχνης ήταν να μετατραπούν οι σκουπιδότοποι και τα νταμάρια των φτωχών περιοχών σε θεατρικούς χώρους και χώρους καλλιτεχνικής δημιουργίας με μεγάλη εμβέλεια. Μιλούσαν όχι μόνο για το Βύρωνα αλλά για την Πετρούπολη, την Νίκαια, τη Νεοχωρούδα στη Θεσσαλονίκη για όλη τη χώρα.
Το καλοκαίρι του 1981 έγινε και η πρώτη συναυλία στα νταμάρια, με δήμαρχο το στέλεχος του ΚΚΕ Δ. Νικολαΐδη.
Το 1984-1986 οι δήμοι Βύρωνα και Υμηττού με δημάρχους τον Δημήτρη Νικολαΐδη και Ανδρέα Λεντάκη αντίστοιχα, προχωρούν σε νέες λαϊκές κινητοποιήσεις και καταλήψεις. Στη συνέχεια άρχισαν να διαμορφώνουν το χώρο σε Θέατρο και γήπεδα.
Ο Δήμος Υμηττού καταλαμβάνει τμήμα της έκτασης και το διαμορφώνει για γήπεδο. Οι φερόμενοι ιδιόκτητες κάνουν αίτηση ασφαλιστικών μέτρων από τους ενδιαφερόμενους. Και καταδικάζονται οι δήμαρχοι Νικολαΐδης και Λεντάκης.
Με Απόφαση εισαγγελέα εφετών κάνει δεκτή την αίτηση και διατάζει τον Δήμο Υμηττού να επαναφέρει την έκταση στην προηγούμενη κατάσταση. Ο Δήμος δεν συμμορφώνεται.
Το 1986 ο δήμος Βύρωνα καταλαμβάνει την υπόλοιπη έκταση.
Νέα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά των Δήμων. Οι δήμοι δεν συμμορφώνονται και κατασκευάζουν το Θέατρο Βράχων Μ. Μερκούρη 3000 θέσεων στα νταμάρια. Μέρος των υλικών προσφέρθηκαν από την υπουργό πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη,
Αρχικά οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και στη συνέχεια και άλλες που ακολούθησαν χρηματοδοτούσαν το δήμο για την οργάνωση του Φεστιβάλ στο θέατρο των Βράχων. Όμως στους Δήμους Βύρωνα και Υμηττού δεν υπήρξε –όσο γνωρίζουμε παραχωρητήριο από το δημόσιο, έστω για τις χρήσεις των εγκαταστάσεων.
Το 1987 Απόφαση εισαγγελέα εφετών κάνει δεκτή την αίτηση των ιδιωτών και διατάζει τον Δήμο Βύρωνα να επαναφέρει την έκταση στην προηγούμενη κατάσταση. Ο Δήμος δεν συμμορφώνεται.
Το 1987 το ειρηνοδικείο αποδέχεται τις προσφυγές κατά των κτηματικών χαρτών του 1981 και διατάζει τη διόρθωσή τους. Όμως την επόμενη χρονιά (1988) ο Δήμος Υμηττού ανοίγει δρόμο στην έκταση με νέα κατάληψη. Νέα ασφαλιστικά μέτρα που καταλήγουν σε εισαγγελική απόφαση για βίαια έξωση. Οι δήμοι για άλλη μία φορά δεν πειθαρχούν.
Το 1995 – 1997 κατασκευάζεται το δεύτερο θέατρο Άννα Συνοδινού
Το 1996 απαλλοτριώνεται νέος χώρος από τον ΟΣΚ για να μπορέσει να χτιστεί το 5ο δημοτικό.
Το 1998 το δημοτικό συμβούλιο( 617/1998) αποφασίζει ότι άρει την απόφαση του 1977, περί απαλλοτρίωσης του χώρου των νταμαριών ισχυριζόμενο ότι ανήκει στο δημόσιο ο χώρος και έχει παρέλθει 20ετια από την απόφαση του 1977 και αποφασίζει να μην την εκτελέσει. Νομικά αυτή η απόφαση ανοίγει το δρόμο για τις επόμενες αγωγές περί ιδιοκτησίας του χώρου από τους ιδιώτες το 2003 και το 2005. Δεν κρίνουμε την ομόφωνη, επίσης πολιτική, απόφαση του δημοτικού συμβουλίου να μην εκτελέσει την απαλλοτρίωση. Ωστόσο η απραξία που την ακολουθεί όσον αφορά τις ενέργειες καθορισμού του ιδιοκτησιακού καθεστώτος (ουσιαστικά δεν έγινε απολύτως τίποτα) πυροδότησε όλη τη δικαστική διαμάχη που οδήγησε στις αρνητικές εξελίξεις του σήμερα.
Το 1999 η νοτιοανατολική πλευρά του λόφου Κοπανά (ουσιαστικά η έκταση κάτω από την Κατεχάκη, η οποία είχε ενταχθεί από τον ΣΠΑΥ στο LIFE99 και στο Natura99) καταπατείται από τον δήμαρχο Ηλιούπολης κ. Γιωργάκη για να δημιουργηθούν δρόμοι, πάρκιγνκ, σχολεία και κτήρια. Ο δήμος Βύρωνα -παρ’ όλο που το θέμα ήλθε με υπογραφές κατοίκων στο δημοτικό συμβούλιο- δεν λαμβάνει καμία πρωτοβουλία. Τελικά αφού τσιμεντώνεται η αρχή της ρεματιάς που ανήκει στο ρέμα της Πικροδάφνης, επεμβαίνει το ΣτΕ το 2003, μετά από προσφυγή κατοίκων και σταματά την καταπάτηση με τελική απόφαση το 2005. Την ίδια περίοδο γίνεται προσπάθεια μεγάλης εγκατάστασης κεραίας κινητής τηλεφωνίας στον λόφο Κοπανά επί της δασικής έκτασης που απομακρύνεται μετά τις κινητοποιήσεις κατοίκων.
Το 2000 γίνεται αυτοψία της πολεοδομίας Αθήνας στις εργασίες κατασκευής των θεάτρων. Διατάσσεται η διακοπή των εργασιών διότι δεν υπήρχε οικοδομική άδεια.
Το 2000 επί δημαρχίας Ρογκάκου κτίστηκε το αναψυκτήριο – εστιατόριο «Άστρα», παρ΄ ότι ο χώρος προστατευόταν ως Β΄ ζώνη Υμηττού, δεν επέτρεπε τέτοιες χρήσεις και δεν υπήρχε καμία άδεια. Στα μέσα της δεκαετίας θα αποδειχθεί πως και πολεοδομικά τα «Άστρα» είναι σαθρό οικοδόμημα καθώς η στατικότητα του χαρακτηρίζεται επικίνδυνη, γίνονται έργα αντιστήριξης και έκτοτε περνά ουσιαστικά σε αναστολή λειτουργίας. Ανοίγει μόνο για μεμονωμένες εκδηλώσεις, ενώ σήμερα χρησιμοποιείται ως χώρος παρασκευής του κοινωνικού συσσιτίου, με αναφορές δημοσίων υπηρεσιών που τον καθιστούν ακατάλληλο.
Το 2004 επί δημαρχίας Χαρδαλιά δημιουργήθηκαν νέα γήπεδα 5χ5, κατασκευάστηκε παιδική χαρά, αναδιαμορφώθηκε ο χώρος σε μια όαση, πολιτισμού, άθλησης και αναψυχής. Αλλά και ο χώρος στην είσοδο της Ταταούλων προς τα Θέατρα μετατράπηκε σε χώρο ανάθεσης των άχρηστων υλικών ασφαλτοστρώσεων. Για αυτό καταδικάστηκε ο κ. Χαρδαλιάς από τα δικαστήρια, μετά από προσφυγή πολιτών.
Το 2006 εγκαινιάστηκε το Κλειστό Γυμναστήριο «Δημήτρης Καλτσάς».
Στους Δήμους Βύρωνα και Υμηττού δεν υπήρξε –όσο γνωρίζουμε- παραχωρητήριο από το δημόσιο, ούτε ακόμη και για τις χρήσεις του χώρου.
Στις αγωγές που κατέθεσαν το 2003, 2005 οι φερόμενοι ως ιδιοκτήτες, το δημόσιο ισχυρίζεται στην πρωτοδίκη δίκη, ότι τα γεωτεμάχια που διεκδικούν οι ιδιοκτήτες είναι δημόσιες δασικές εκτάσεις που έχουν περιέλθει στην κυριότητα του. Και με την πρωτοδίκη απόφαση αρ.715/2016, απορρίφθηκαν οι αγωγές διεκδίκησης των ιδιωτών. Στην απόφαση αυτή του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Οι επίδικες εκτάσεις είχαν κατά το χρόνο 1875-1878 την μορφή δασικής εκτάσεως καθώς καλύπτονται από δάσος χαμόδεντρων».
«Ακριβώς λόγο της μορφής τους αυτής ήτοι δασικής εκτάσεως, αποτελούν δημόσιες γαίες, οι οποίες προ της απελευθερώσεως του Ελληνικού Έθνους ανήκουν σύμφωνα με το Οθωμανικό νόμο περί γαιών κατά κυριότητα στο Τουρκικό κράτος και περιήλθαν επίσης κατά κυριότητα στο Ελληνικό κράτος με την συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως στις 9 Ιουλίου 1832».
Το 2017 οι φερόμενοι ως ιδιόκτητες προσφεύγουν στο Εφετείο Αθηνών κατά της πρωτόδικης απόφασης.
Στις 10.09.2019 με την απόφαση του Εφετείου αρ.4891/2020 έρχονται τα πάνω κάτω. Γίνεται δεκτή η Έφεση των ιδιωτών, δεν αποδέχεται τις παρεμβάσεις των Δήμων και απορρίπτει την παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου. Αναγνωρίζει ως ιδιοκτήτες τους ενάγοντες σε εκτάσεις 104 στρεμμάτων. Επιπλέον αμφισβητείται η ταυτότητα της περιοχής ως δασική έκταση.