Υπήρχε κάποτε, λοιπόν, αυτή η συνοικία, που ήταν γειτονιά. Και το διαχωρίζω έτσι, γιατί σε Βύρωνα και Καισαριανή μεγαλώσαμε μαθαίνοντας ποδήλατο και πιο μετά μηχανάκια (τα γνωστά….μοτοποδήλατα). Σε στενούς, μα έρημους τότε δρόμους, σε γειτονιές, που σπάνια διέσχιζε αυτοκίνητο. Και τα σταθμευμένα, ελάχιστα τότε, δεν εμπόδιζαν καθόλου το πέρασμα. Θυμάμαι κάποιες γειτονιές πιο φιλικές στον άνθρωπο, με μικρά παλιά σπίτια και ελάχιστη φασαρία. Όπου όχι μόνο περπάταγες και πέρναγες τον δρόμο, χωρίς το άγχος της κυκλοφορίας, αλλά και οι μικρότεροι, είτε διαβάτες, είτε….εποχούμενοι, είχαν αρκετό χώρο να περπατήσουν ή να παίξουν. Ήταν η γειτονιά μας, με τα προσφυγικά, τους απλούς και λιγότερους ανθρώπους, που ζούσαν εδώ. Τότε που ο καθένας ήξερε και χαιρετούσε αυτούς που έμεναν δίπλα ή απέναντι του.
Άλλοι καιροί και ίσως, διαφορετικοί άνθρωποι.
Να μου συγχωρήσετε κι ένα μικρό παραπολιτικό σχόλιο. Ήταν κι οι γειτονιές, που όλοι γνώριζαν και εκτιμούσαν έναν Νικολαΐδη κι έναν Μακρή. Ήταν οι Δήμαρχοι, που έχαιραν γενικής εκτίμησης, που, έστω κι αν δεν τους ψήφιζαν κάποιοι, τους σέβονταν και τους εκτιμούσαν για την ηρωική και έντιμη ιστορία τους. Εκείνες τις γειτονιές θυμάμαι. Και μου λείπουν τόσο, μαζί με τα…νιάτα μου και την ανεμελιά.
Οι καιροί αλλάζουν κι οι άνθρωποι το ίδιο. Και στις γειτονιές, που κάποτε ζούσαν 100 άνθρωποι, τώρα μένουν 1000. Και δεν χαιρετάμε πια ο ένας τον άλλον. Κι οι γείτονες, άγνωστοι πια μεταξύ τους, αφού από 100 διαφορετικές γειτονιές και πόλεις, μαζωχτήκαμε, στον …εξωτικό και μαγευτικό μας Βύρωνα. Τα παλιά σπιτάκια των παππούδων, γενήκανε τρανά κτίρια. Πολυκατοικίες τα λένε πια και οι παλιοί κάτοικοι, είτε έφυγαν, είτε μοιράστηκαν το οικοπεδάκι τους με άλλους 50. Μοναδικό ταξίδι στο χρόνο, μας ξέμεινε, μερικά παλιά προσφυγικά κλειστά και έρημα συνήθως. Ετοιμόρροπα και περιμένοντας την …πολύτιμη αντιπαροχή. Και τα μικρά στενά δρομάκια, που πρόσφεραν πολλαπλές εισόδους και πέρασμα στα παλιά σπίτια. Όταν φιλοξενούσε, ένα ισόγειο 2 και 3 οικογένειες.
Και κανένας σχεδιασμός τουλάχιστον στην προσφυγική πλευρά της πόλης μας. Για σωστούς δρόμους, ανθρώπινα πεζοδρόμια, λίγο πράσινο, μια πλατεία και το κυριότερο, αρκετό χώρο, για φως και για ανάσα. Κάποιες φορές, αστειευόμενος, με τους φίλους και τους γείτονες εδώ, λέω ότι, όποιος Δήμαρχος φτιάξει ένα πεζοδρόμιο, έστω στο…οικοδομικό τετράγωνο που μένω, φαρδύ και ανθρώπινο, να χωράει κι ένα μωρό με καροτσάκι, κι έναν ηλικιωμένο με μπαστούνι, να το διαβεί, αυτόν τότε θα τον ψηφίζω, για όλη μου τη ζωή. Αλλοίμονο, ξέρω ότι αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Και τα στενά πεζοδρόμια, γεμάτα με σταθμευμένα επάνω τους αυτοκίνητα, θα μείνουν ως έχουν. Θυμάμαι αυτόν τον Βύρωνα λοιπόν, που ανεβαίναμε με τα ποδήλατα, διασχίζοντας την Φορμίωνος, χωρίς φόβο, μέχρι το δάσος της Καισαριανής και μετά απολαμβάνοντας την τεράστια και…ξεκούραστη κατηφόρα χωρίς κίνηση. Θαρρώ, πως, ούτε κι η λεωφόρος Κατεχάκη είχε φτιαχτεί. Και η ανάμνηση αυτή, εκείνης της παλιάς συνοικίας, με συντροφεύει η και με στοιχειώνει.
Βασίλης Παπαστεργιόπουλος.
Δημοσιογράφος, μέλος της Ένωσης Συντακτών Επαρχιακού Τύπου (Ε.Σ.Ε.Τ.)