Στις 16 Ιουλίου 2024 έφυγε ξαφνικά από τη ζωή αυτή, σε ηλικία 61 ετών, ο συνταξιούχος αστυνομικός Κωνσταντίνος Βάϊου Χουσιάδας και κηδεύτηκε την μεθεπόμενη ημέρα (18/6/2024) από το Δημοτικό Κοιμητήριο της πόλης μας.
Ο αείμνηστος γεννήθηκε στο Ραφτόπουλο Ευρυτανίας το 1963 και από το 1990 μέχρι το θάνατό του κατοικούσε στον Βύρωνα. Τελείωσε Γυμνάσιο στη γενέτειρά του και μετά τη θητεία του στο στρατό, κατετάγη στο σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, στο οποίο προσέφερε τις υπηρεσίες του από διάφορες θέσεις. Κατά την τελευταία 20/ετία υπηρέτησε ως εκφωνητής στο Κέντρο Επιχειρήσεων της Άμεσης Δράσης.
Παντρεύτηκε την Μαρία Κατσιαμάκα του Σπυρίδωνα από το χωριό Αμέλαντες Ευβοίας και ξεκίνησαν τη δική τους οικογένεια, με τα δύο κορίτσια τους να αποτελούν το καμάρι και το στήριγμα των γονιών τους.
Αποχαιρετώντας τον πατέρα της Κωνσταντίνο, εκ μέρους της οικογένειάς του, η δ. Βασιλική Χουσιάδα είπε μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Δεν μπορώ να πιστέψω πως ήρθε η ώρα να εκφωνήσω τον επικήδειό σου… Η απρόσμενη αποχώρησή σου έχει πέσει σαν κεραυνός στις ζωές μας. Φαίνεται πως επέλεξες τρόπο για να φύγεις δυναμικό, όπως ήσουν και εσύ ο ίδιος. Υπήρξες πρότυπο πατέρα, ξεπερνώντας διαρκώς τα ανθρώπινα όρια της προσφοράς, δοσίματος αφοσίωσης και αγάπης προς τα παιδιά σου, δημιουργώντας από το μηδέν πολλά παραπάνω από όσα θα μπορούσε κανείς να προσφέρει, επαναφευρίσκοντας και συ τον ίδιο σου τον εαυτό. […]
Σε ευχαριστούμε για τις αξίες που μας μετέδωσες, και οι οποίες σε χαρακτήριζαν για την ακεραιότητα του χαρακτήρα, την τιμιότητα, την ειλικρίνεια, την αυθεντικότητα, την αγάπη προς τους άλλους. Αυτές οι αξίες θα μας συντροφεύουν για όλη μας τη ζωή και υποσχόμαστε να συνεχίσουμε τον δρόμο που μας έδειξες, προχωρώντας με τα σχέδια που κάναμε για το μέλλον, πετυχαίνοντας ακόμα περισσότερα και τιμώντας την μνήμη και την παρακαταθήκη σου».
Είχα προσωπικούς λόγους να ζητήσω από τη διεύθυνση της εφημερίδας «δήμος & ΠΟΛΙΤΕΙΑ» λίγο από τον πολύτιμο χώρο της για να αποχαιρετήσω τον αξέχαστο Κωνσταντίνο Χουσιάδα. Τα τελευταία χρόνια, ιδίως από τότε που έχασα τη γυναίκα μου, βρήκα πολλές φορές στο πρόσωπο του Κώστα, ένα αυτόκλητο Κυρηναίο του καιρού μας, που σήκωνε τον σταυρό του σωματικού και ψυχικού πόνου των συνανθρώπων του. Συνωδύτης και συνωδυνώμενος με συντρόφευε όσες φορές χρειάστηκε σε γιατρούς, νοσοκομεία και διαγνωστικά κέντρα χωρίς να φύγει ούτε λεπτό από δίπλα μου. Η μόνη του σκέψη ήταν πως θα αντέξω εγώ σ’ εκείνες τις δύσκολες ώρες.
Η φυσική πορεία των πραγμάτων θα ήταν εκείνος να βρίσκεται στη θέση μου. Εγώ δηλαδή να είχα προηγηθεί εκείνου στην μακαρία οδό. Αλλ’ «ως τω Κυρίω έδοξεν ούτω και εγένετο» (Ιώβ α΄ 21).
Χρέος τιμής και ευγνωμοσύνης προς τον πιστό φίλο και τον αγαπητό γείτονα της οδού Κυδωνιών, οι παραπάνω γραμμές αφιερώνονται ως εκπλήρωση βαθύτατου χρέους, σεβασμού και αγάπης από τον γράφοντα για τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Χουσιάδα, του οποίου η μνήμη θα είναι αιωνία.