Του Θανάση Δουβλέκα
Όλον αυτόν το χρόνο που ζούμε με τον κορονοϊό υπάρχει η αίσθηση ότι κάτι χάνουμε. «Χάνουμε τη ζωή μας». Αυτή η φράση ανταποκρίνεται όχι μόνο σε περιπτώσεις που κάποιος λόγω του ιού τελικά αποβιώνει αλλά και στο σύνολο του πληθυσμού που «χάνει τη ζωή του».
Το άγχος, ο φόβος, η θλίψη σωματοποιούνται και με αυτό τον τρόπο βιώνονται πραγματικά αναπληρώνοντας έτσι αυτή τη ζωή που χάνουμε.
Τι κερδίσαμε; Την εμπειρία να ζούμε με την απειλή ότι η ζωή μας δεν θα είναι ξανά η ίδια. Στο νέο αυτό περιβάλλον που ζούμε λείπει η αίσθηση του πραγματικού. Της απλής καθημερινής συνηθισμένης κίνησης ή πράξης. Ζούμε πια στο «περίπου». Η βιντεοκλήση με φίλους ή την οικογένεια είναι μια επαφή περίπου κανονική αλλά και η μόνη εφικτή. Οι online αγορές είναι πλέον πολύ διαδεδομένες. Η κατανάλωση μοιάζει σαν μια έκκληση για λίγη πραγματικότητα. Ζούμε σε μια καταναλωτική κοινωνία, άρα όντας καταναλωτές ζούμε, υπάρχουμε. Πλέον ψωνίζουμε ακίνδυνα. Κάτι λοιπόν ακόμα που χάσαμε είναι το δικαίωμα στον κίνδυνο, στο αναπάντεχο. Βγαίνοντας κάποιος από την πόρτα του για να ψωνίσει κάτι διακινδυνεύει, «ρισκάρει» να βρεθεί μπροστά σε κάτι αναπάντεχο. Να τσακωθεί, να ερωτευτεί ή τέλοσπαντων κάτι που προϋποθέτει μια πραγματική εμπλοκή του ίδιου. Η τηλεργασία, η τηλεκπαίδευση είναι περίπου εργασία και περίπου εκπαίδευση.
Εισάγοντας μια σειρά από δραστηριότητες της καθημερινότητας σε μια τέτοια ειδική συνθήκη αυτόματα χάνουμε τη δυνατότητα να βιώσουμε κάτι όπως θα το βιώναμε κανονικά. Όπως δηλαδή πραγματικά είναι. Προφανώς όλη αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση δημιουργεί σύγχυση. Αυτή η σύγχυση σε συνδυασμό με τον φόβο για την υγεία τη δική μας αλλά και των υπόλοιπων εσωτερικεύεται και εκφράζετε με τον πιο πραγματικό τρόπο σε έναν πραγματικό τόπο, «το σώμα». Το άγχος, ο φόβος, η θλίψη σωματοποιούνται και με αυτό τον τρόπο βιώνονται πραγματικά αναπληρώνοντας έτσι αυτή τη ζωή που χάνουμε. Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι εκδηλώνουν συμπτώματα άγχους και μελαγχολίας υπό τις δεδομένες συνθήκες και βιώνουνε μια δυσφορία, για κάποιους ασυνήθιστη. Να μην γίνει η κοινωνική απομόνωση μοναξιά.
Είναι σημαντικό να διατηρούνται ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα ανθρώπους, τα μετρά προστασίας πρέπει να λαμβάνονται απέναντι στη μετάδοση του ιού και όχι απέναντι στη ζωή. Οι αποστάσεις δεν πρέπει να μεταφράζονται ως αποξένωση. Σε αυτή την κατεύθυνση είναι σημαντικό να μη διστάζει κανείς να απευθυνθεί σε κάποιον επαγγελματία ή χώρο ψυχικής υγείας. Υπάρχουν δομές ψυχοκοινωνικής φροντίδας ή τηλεφωνικές γραμμές (10306) που μπορούν κάποιο να μιλήσουν και κάποιοι να ακούσουν.
Γιατί η ζωή δεν χάνεται όταν ξεπροβάλει το είναι και η επιθυμία του κάθε ανθρώπου.